Με αφορμή τη σημερινή Παγκόσμια Ημέρα Ηλικιωμένων, η Ελληνική Γεροντολογική και Γηριατρική Εταιρεία έδωσε στη δημοσιότητα στατιστικά στοιχεία και μελέτες για την εξέλιξη του πληθυσμού της Ελλάδας, τα οποία είναι ιδιαίτερα δυσοίωνα και απολύτως απογοητευτικά. Ο πληθυσμός της χώρας μειώνεται σε απόλυτους αριθμούς ετησίως συνεχώς από το 2011, οπότε και για πρώτη φορά ο αριθμός των γεννήσεων και των μεταναστευτικών ροών προς τη χώρα υπολείπεται του αριθμού των θανάτων και της μετανάστευσης Ελλήνων στο εξωτερικό.
Η υπογεννητικότητα αποτελεί για την Ελλάδα χρόνιο πρόβλημα. Ο μέσος όρος ολικής γονιμότητας, δηλαδή παιδιών ανά ζεύγος, είναι 1,30, σταθερός τα τελευταία χρόνια, όταν ο μέσος όρος της Ε.Ε. είναι 1,49. Για να διατηρηθεί πάντως σταθερός ο πληθυσμός, θα πρέπει ο δείκτης γονιμότητας να είναι πάνω από 2,1.
Η Ελλάδα και η Ιταλία καταγράφουν τον τρίτο χαμηλότερο δείκτη γεννήσεων (9‰) στην Ε.Ε., μετά τη Γερμανία (8,4‰) και την Πορτογαλία (8,5‰). Σαν αποτέλεσμα της υπογεννητικότητας και της γήρανσης του πληθυσμού αλλά και του αρνητικού ισοζυγίου μετανάστευσης, υπολογίζεται ότι θα έχουμε μείωση του πληθυσμού της Ελλάδας από τα 11 εκατομμύρια το 2013 στα 8,3 έως 10 εκατομμύρια το 2050. Η ελάττωση του πληθυσμού θα κυμανθεί από 800 χιλιάδες μέχρι 2,5 εκατομμύρια άτομα. Ο πληθυσμός των παιδιών σχολικής ηλικίας (από 3 μέχρι 17 ετών) θα μειωθεί από 1,6 εκατομμύρια σήμερα σε 1,4 εκατομμύρια (αισιόδοξο σενάριο) έως 1 εκατομμύριο (απαισιόδοξο σενάριο) το 2050. Εξάλλου, υπολογίζεται ότι το 2020 ένα στα επτά παιδιά που γεννιούνται θα έχουν έναν τουλάχιστον αλλοδαπό γονιό.
Βάσει των εκτιμήσεων των Ηνωμένων Εθνών για την προοπτική εξέλιξης του παγκόσμιου πληθυσμού από το 2010 μέχρι το 2050, προβλέπεται αύξηση 188% για τα άτομα ηλικίας άνω των 65 ετών, 351% για τα άτομα ηλικίας άνω των 85 ετών και 1004% για τα άτομα που ξεπερνούν τα 100 χρόνια. Αυτές οι εντυπωσιακές αυξήσεις των ατόμων της τρίτης ηλικίας βρίσκονται σε αντιδιαστολή με μία αύξηση μόλις 22% του γενικού πληθυσμού ηλικίας από 0-64 ετών για το ίδιο χρονικό διάστημα.
[adning id="140783"]Σύμφωνα με την Αιτιολογική Έκθεση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για το Ευρωπαϊκό Έτος ενεργού γήρανσης 2012 (COM (210) 462/06.09.2010) και με βάση στοιχεία και προβλέψεις της Eurostat, υπολογίζεται ότι ενώ σήμερα στην Ευρωπαϊκή Ένωση αντιστοιχούν 4 άτομα σε παραγωγική ηλικία (15-64 ετών) ανά 1 συνταξιούχο άνω των 65 ετών, το 2060 θα υπάρχουν μόνο 2 άτομα για κάθε 1 συνταξιούχο, αναλογία που αποτελεί τη δυσάρεστη πραγματικότητα για την Ελλάδα σήμερα. Το πρόβλημα αυτό είναι γενικό για όλες τις ευρωπαϊκές χώρες και θα προκαλέσει μεγάλα προβλήματα βιωσιμότητας στα ασφαλιστικά συστήματα της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Έτσι, η μέση ηλικία συνταξιοδότησης στην Ελλάδα υπολογίζεται ότι θα αυξηθεί από τα 61 έτη το 2013 στα 64,9 έτη το 2020, τα 65,9 έτη το 2030 και τα 67,5 έτη το 2060 για τους άνδρες και αντίστοιχα για τις γυναίκες τα 61,2, 64,8, 65,5 και 67,1 έτη.
Η Ελλάδα κατατάσσεται στις πρώτες θέσεις μεταξύ των κρατών-μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης σε γηράσκοντα πληθυσμό (ποσοστό αύξησης 21,4%) έναντι μέσου όρου της Ε.Ε. 17,2%. Συγκεκριμένα, οι έξι πρώτες χώρες σε παγκόσμια κλίμακα που γηράσκουν ταχύτατα είναι κατά σειρά η Ιαπωνία, η Νότια Κορέα, η Ισπανία, η Πορτογαλία, η Ελλάδα και η Ιταλία. Υπολογίζεται ότι στη χώρα μας το 2050 θα υπάρχουν 3 εκατομμύρια Έλληνες ηλικίας άνω των 60 ετών.
Εξάλλου, δεδομένα από την ετήσια έκθεση της διεθνούς οργάνωσης Help Age International του 2015 για την ποιότητα της ζωής των ηλικιωμένων χαρακτηρίζει την Ελλάδα ως μια από τις χειρότερες χώρες για να ζουν οι πολίτες άνω των 60 ετών και κατατάσσει τη χώρα μας στην 79η θέση μεταξύ 96 χωρών, όσον αφορά στην κοινωνικο-οικονομική ευημερία, κάτω από τη Βενεζουέλα και τη Νότια Αφρική! Παρόλα αυτά όμως, σύμφωνα με την ίδια οργάνωση το προσδόκιμο ζωής των Ελλήνων ηλικίας 60 ετών είναι 24 έτη και το προσδόκιμο ζωής με καλή υγεία τα 17,4 έτη, πολύ κοντά στον ευρωπαϊκό μέσο όρο. Το προσδόκιμο ζωής χωρίς χρόνια νοσηρότητα στην ηλικία των 65 ετών, το 2011 ήταν 8,0 έτη για τους άνδρες και 7,7 έτη για τις γυναίκες, παρουσιάζοντας μείωση από το έτος 2005 κατά -0,6 έτη και -1,1 έτη, για άνδρες και γυναίκες, αντίστοιχα.
Υγεία και τρίτη ηλικία
Όπως αναφέρει ο Πρόεδρος της Ελληνικής Γεροντολογικής και Γηριατρικής Εταιρείας, Ιωάννης Γ. Καραϊτιανός, Καθηγητής Χειρουργικής ΕΚΠΑ, συνέπεια της βαθμιαίας γήρανσης του πληθυσμού είναι η αύξηση των ποσοστών των νόσων φθοράς όπως είναι τα καρδιαγγειακά νοσήματα, ο σακχαρώδης διαβήτης, η χρόνια νεφρική ανεπάρκεια, η χρόνια αναπνευστική ανεπάρκεια, η καχεξία, η άνοια και άλλες διαταραχές της μνήμης, η οστεοπόρωση και βέβαια η μεγάλη μάστιγα του καρκίνου.
- Υπολογίζεται ότι στη χώρα μας τα άτομα ηλικίας άνω των 65 ετών, αν και αποτελούν περίπου το 20,7% του πληθυσμού, καταναλώνουν δυσανάλογα μεγάλο ποσοστό των κρατικών πόρων για την Υγεία.
- Κάθε 5 χρόνια προστίθενται στην προχωρημένη ηλικία πάνω από 100.000 άτομα. Από τους ηλικιωμένους ασθενείς που νοσηλεύονται σε γενικά νοσοκομεία το 40% είναι χειρουργικοί ασθενείς.
- Τα άτομα άνω των 70 ετών, ενώ αποτελούν το 10% του πληθυσμού, απασχολούν το 50% των νοσοκομειακών κλινών και ειδικότερα το 25% των κλινών για οξέα περιστατικά.
- Οι υπερήλικες καλύπτουν το 25% των συνολικών ημερών νοσηλείας στα νοσοκομεία.
- Συννοσηρότητα: Το 70% των υπερηλίκων έχουν περισσότερες της μιας συνοδούς νόσους.
- Πολυφαρμακία: Το 25% των υπερηλίκων παίρνουν περισσότερα από 5 φάρμακα.