Την έντονη αντίδραση της Πανελλήνιας Ομοσπονδίας Ξενοδόχων προκάλεσαν τα σενάρια για επιβολή ειδικού τέλους διανυκτέρευσης στα ξενοδοχεία, ως νέο έμμεσο φόρο που δρομολογεί η κυβέρνηση, τα οποία αναφέρει σε σημερινό δημοσίευμα η Ναυτεμπορική. Το ειδικό τέλος θα υπολογίζεται με ένα ευρώ ανά αστέρι του ξενοδοχείου και ανά διανυκτέρευση.

Με ανακοίνωσή της η Πανελλήνια Ομοσπονδία Ξενοδόχων τοποθετείται επί του θέματος, επισημαίνοντας τα παρακάτω:

«Κάθε πρόταση ή πρόθεση περαιτέρω επιβαρύνσεων στο τουριστικό προϊόν της χώρας, ιδίως μάλιστα με αύξηση του κόστους για τον ξένο ή Έλληνα ταξιδιώτη, είναι εκτός πραγματικότητας και υπονομεύει ευθέως την ήδη τρωθείσα – λόγω διπλασιασμού των συντελεστών ΦΠΑ και υπερφορολόγησης των επιχειρήσεων – ανταγωνιστικότητα του ελληνικού τουρισμού!

Τα ελληνικά ξενοδοχεία έχουν εξαντλήσει κάθε δυνατότητα συμπίεσης των τιμών τους και τα όποια περιθώρια κέρδους τους προκειμένου, να μετριάσουν την αύξηση του κόστους που έχει προκύψει τη φετινή περίοδο για τον πελάτη, να ενισχύσουν την τουριστική ζήτηση για την Ελλάδα στηρίζοντας, εν τέλει, την εθνική οικονομία και να μπορέσουν να αντιμετωπίσουν τον οξύτατο, αυτήν την περίοδο, διεθνή ανταγωνισμό.

Την ίδια ώρα, στο απυρόβλητο των φορολογικών και ελεγκτικών μηχανισμών της Πολιτείας, εξακολουθεί να λειτουργεί και να ανθεί μία ολόκληρη παρα-αγορά ιδιωτικών χώρων που υποδέχονται ανεξέλεγκτα και εκτός κάθε κανονιστικού πλαισίου επισκέπτες, με τα εκτιμώμενα έσοδα που χάνει το κράτος να ξεπερνούν τα 270 εκατ. ευρώ σε ετήσια βάση. Αντί, επομένως, να αναζητηθούν οι διαφυγόντες φόροι από τις τουλάχιστον 12 εκατ. διανυκτερεύσεις σε τέτοιου είδους «καταλύματα», στην ουσία, κάποιοι προτείνουν την περαιτέρω ενίσχυσή τους, δικαιώνοντας και ενθαρρύνοντας αυτό το όργιο αθέμιτου ανταγωνισμού.

Η ελληνική Ξενοδοχία έχει αποδεδειγμένα συστρατευθεί και συναινέσει στην προσπάθεια εξόδου από την κρίση και έχει αναλάβει το βαρύ τίμημα που της αναλογεί, προς όφελος της εθνικής οικονομίας, της απασχόλησης, της περιφερειακής ανάπτυξης.

Ας γίνει, όμως, επιτέλους, αντιληπτό, ότι ο ελληνικός τουρισμός κινείται πια στην κόψη του ξυραφιού και πως πίσω από τη μέχρι τώρα θετική πορεία του, υπάρχει μία μακρά περίοδος θυσιών και παραχωρήσεων από την πλευρά της τουριστικής αγοράς και των επιχειρήσεων. Η επιμονή στην υλοποίηση στυγνών φοροεισπρακτικών πολιτικών και επιβολής «ειδικών τελών» σε ό,τι έχει μείνει όρθιο, απλώς οδηγεί στην συντριβή του.”