Η Επιστήμη στο εδώλιο: Συνέπειες και μαθήματα από την καταδικαστική απόφαση για το σεισμό της L’ Aquila

Ο καθηγητής κ. Κώστας Παπαζάχος

Με έκπληξη η ελληνική επιστημονική κοινότητα πληροφορήθηκε την πρόσφατη απόφαση του περιφερειακού δικαστηρίου για το σεισμό της L’Acquila, όπου 6 διακεκριμένοι επιστήμονες και ένας κυβερνητικός αξιωματούχος καταδικάστηκαν σε ποινή φυλάκισης 6 ετών, καθαίρεση από τα αξιώματά τους και σημαντικές χρηματικές ποινές πολλών εκατομμυρίων ευρώ. Όλοι οι παραπάνω, μέλη της Εθνικής Επιτροπής για την Πρόγνωση και Προστασία Σημαντικών Κινδύνων της Ιταλίας, θεωρήθηκαν ένοχοι (σε μία δίκη express) για την παροχή “ανακριβών, ελλιπών και αντιφατικών πληροφοριών” για τους σεισμούς που προηγήθηκαν του σεισμού Μ=6.3 της L’Acquila το 2009, ο οποίος σκότωσε 309 άτομα και κατέστρεψε την πόλη και τις γύρω περιοχές. Ειδικότερα, αν και το δικαστήριο δέχθηκε την επικρατούσα επιστημονική άποψη ότι δεν είναι εφικτή η βραχυπρόθεσμη πρόγνωση σεισμών, θεώρησε ότι τα μέλη καθησύχασαν υπερβολικά τους κατοίκους της περιοχής, η οποία βρισκόταν σε μικροσεισμική έξαρση.

Είναι ενδιαφέρον να δούμε τι ακριβώς είπαν τα παραπάνω 7 μέλη της Επιτροπής: Στη συνάντηση με τοπικούς παράγοντες στις 31 Μαρτίου 2009 η θέση τους (ως Επιτροπή) ήταν ότι “…Η γένεση ενός μικρού αριθμού σεισμών στη LAcquila δεν αποτελεί λόγο για να θεωρήσουμε ότι μία τέτοια ακολουθία μικρού μεγέθους σεισμών αποτελεί προοίμιο της γένεσης ενός ισχυρού σεισμού. Η γένεση ενός τέτοιου σεισμού πρέπει να θεωρείται απίθανη, όχι όμως αδύνατη“. Είναι προφανές ότι η δήλωση αυτή είναι απόλυτα ορθή επιστημονικά και πλήρως τεκμηριωμένη από τα διαθέσιμα δεδομένα.

Είναι και στους Έλληνες γνωστές πολλές πρόσφατες μικροσεισμικές ακολουθίες, συχνά με αρκετά ισχυρούς σεισμούς (Ψαχνά Ευβοίας, Λουτρό Αλεξανδρούπολης, περιοχή Ρίου Πάτρας) που δεν έχουν οδηγήσει στη γένεση κάποιου ισχυρού σεισμού. Μία απλή εξέταση των χαρτών σεισμικότητας του ελληνικού χώρου από τα σεισμολογικά κέντρα δείχνει την ύπαρξη δεκάδων τοπικών μικροακολουθιών, χωρίς την επακόλουθη γένεση ισχυρού κύριου σεισμού. Επιπλέον, πάνω από τους μισούς ισχυρούς σεισμούς του Ελληνικού χώρου δεν σχετίζονται με τη γένεση ανιχνεύσιμων προσεισμών.

Κατά συνέπεια, προκαλεί εντύπωση η θέση του δικαστηρίου για “υπερβολικά καθησυχαστικές” θέσεις των μελών της Επιτροπής. Ακόμα περισσότερο, η διατύπωση για ανακριβείς ή ελλιπείς πληροφορίες υποδηλώνει ότι το δικαστήριο γνωρίζει (!) τις ακριβείς και πλήρεις επιστημονικές πληροφορίες που έπρεπε να δοθούν (ώστε να κρίνει τις θέσεις της Επιτροπής ως ανακριβείς ή ελλιπείς, κλπ.), κάτι προφανώς αδύνατο.

Τα παραπάνω δείχνουν με σαφήνεια ότι η παραπάνω καταδίκη αποτελεί ένα ακόμα επεισόδιο στο γνωστό “κυνήγι μαγισσών” που εξελίσσεται όταν αναζητούνται ένοχοι για να εκτονωθεί η λαϊκή οργή. Εξάλλου, η διενέργεια της δίκης στην περιοχή της L’ Acquila και από δικαστή προερχόμενο από την περιοχή, η αύξηση της ποινής από το δικαστή σε 6 έτη από τα 4 έτη που πρότεινε ο εισαγγελέας (κάτι ασυνήθιστο στην δικαστική πρακτική) δεν αποτελούσαν καλές προϋποθέσεις για τη συγκεκριμένη δίκη. Όμως, αποκαλύπτουν παράλληλα την αδυναμία των επιστημόνων να κοινοποιήσουν με απλό τρόπο προς την κοινωνία την έννοια της αβεβαιότητας των επιστημονικών εκτιμήσεων, ιδίως σε δύσκολα θέματα όπως αυτό της μελλοντικής εξέλιξης της σεισμικής δραστηριότητας. Κάθε επιστημονική εκτίμηση έχει μία αβεβαιότητα, μικρότερη ή μεγαλύτερη. Η πρόγνωση του αυριανού καιρού έχει μικρή αβεβαιότητα, η αντίστοιχη πρόγνωση όμως για την επόμενη εβδομάδα είναι εξαιρετικά αβέβαια. Η αποτυχία του επιστημονικού κόσμου να εξηγήσει στην κοινωνία το πρόβλημα και το μέγεθος της αβεβαιότητας οδηγεί στην παρανόηση ότι οι επιστημονικές εκτιμήσεις είναι συγκεκριμένες, απόλυτες και αλάνθαστες. Αν και η Επιτροπή είπε με σαφήνεια ότι η γένεση ενός ισχυρού καταστροφικού σεισμού “…δεν μπορεί να αποκλειστεί…”, η κοινωνία άκουσε αυτό που ήθελε να ακούσει δηλαδή “…Η γένεση ενός τέτοιου σεισμού πρέπει να θεωρείται απίθανή…“. Σε αυτό συντελεί και η αυξημένη πίεση των ΜΜΕ αλλά συχνά και της πολιτείας προς τους επιστήμονες να είναι καθησυχαστικοί (για προφανείς λόγους), κάτι που εμφανίζεται έντονα και στη χώρα μας.

Δυστυχώς οι επιπτώσεις της απόφασης του δικαστηρίου για την υπόθεση της L’Acquila θα έχουν τα ακριβώς αντίθετα αποτελέσματα από αυτά που πρέπει να θεραπευθούν στο πρόβλημα της κατανόησης των δυνατοτήτων και περιορισμών της επιστημονικής γνώσης από την κοινωνία. Αν και το δικαστικό σύστημα της Ιταλίας δεν επιβάλλει ποινές πριν την απόφαση του Εφετείου, η καταδικαστική απόφαση θα οδηγήσει σειρά επιστημόνων (και στην Ελλάδα!) στο να μην κοινοποιούν τις απόψεις τους στην κοινωνία, ιδίως για δύσκολα θέματα κινδύνων όπως σεισμοί, πυρκαγιές, πλημύρες, κλπ, υπό το φόβο δικαστικών διώξεων. Ακόμα χειρότερα, αρκετοί θα επιλέγουν την ασφαλή προσέγγιση της “υπερδιαστασιολόγησης”, δηλαδή θα δίνουν υπερβολικά αυστηρά μέτρα και όρια ασφαλείας για εκτιμήσεις (π.χ. σεισμικών κινήσεων), διασφαλίζοντας τον εαυτό τους από μελλοντικές διώξεις, αλλά και αυξάνοντας υπερβολικά το κόστος των έργων και επεμβάσεων (τόσο δημοσίων όσο και ιδιωτικών), συχνά αποτρέποντάς τα με αποτέλεσμα την αδυναμία περιορισμού των σχετικών κινδύνων. Λίγοι επιστήμονες θα είναι διατεθειμένοι να ασχοληθούν με αμφιλεγόμενα ή επικίνδυνα επιστημονικά θέματα (όπου όμως γίνονται και οι σημαντικότερες ανακαλύψεις) υπό το φόβο της ποινικοποίησης της έρευνας και των σχετικών εκτιμήσεων. Από την άλλη, η κοινωνία θα ανακαλύψει τη νέα δυνατότητα να βρίσκει αποδιοπομπαίους τράγους μέσα από δικαστικές διώξεις, χάνοντας τα οφέλη και ευεργετήματα των επιστημονικών ανακαλύψεων και επιτευγμάτων όπως π.χ. τη δυνατότητα περιορισμού των συνεπειών από μελλοντικούς φυσικούς και τεχνικούς κινδύνους.

Θέλω να ελπίζω ότι τα παραπάνω θα διαψευσθούν: Ότι η ανώτερη δικαιοσύνη της Ιταλίας θα αθωώσει τα 7 μέλη της Επιτροπής που είπαν την αλήθεια, με βάση όσα ξέρουμε σήμερα από την επιστήμη. Ότι η επιστημονική κοινότητα, σε συνεργασία με τα ΜΜΕ θα εξηγήσει στην κοινωνία τις δυνατότητες και τους περιορισμούς της επιστήμης. Και ότι η κοινωνία θα κατανοήσει ότι οι επιστημονικές ανακοινώσεις δεν είναι θέσφατα αλλά αποτελέσματα επιστημονικής ανάλυσης με αβεβαιότητες και περιορισμούς. Διαφορετικά η απόφαση του δικαστηρίου θα αποτελέσει μία μαύρη σελίδα στην ιστορία της εξέλιξης της επιστήμης, συγκρινόμενη με άλλες καταδίκες του παρελθόντος.

Υ.Γ. Είχα την τύχη να γνωρίσω από κοντά τον Καθ. Franco Barberi (έναν εκ των καταδικασθέντων) το Δεκέμβριο του 2011, όταν προσκλήθηκε από το Ινστιτούτο Μελέτης και Παρακολούθησης του Ηφαιστείου Σαντορίνης σε επιστημονική συνάντηση με τη συμμετοχή του Δήμου Θήρας. Οι πολύτιμες συμβουλές, η υποστήριξη που προσέφερε και εμπειρία του (μαζί με αυτή του Καθ. Steve Sparks) έπαιξαν καθοριστικό ρόλο στην επιτυχημένη διαχείριση του προβλήματος της σεισμο-ηφαιστειακής έξαρσης του 2011 και στην αποτελεσματική προώθηση της βελτίωσης της παρακολούθησης της σεισμο-ηφαιστειακής δραστηριότητας.

* Ο κ. Κώστας Παπαζάχος είναι Καθηγητής Φυσικής Λιθόσφαιρας, Σεισμολογίας και Εφαρμοσμένης Γεωφυσικής του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης και Γενικός Γραμματέας του Ινστιτούτου Μελέτης και Παρακολούθησης του Ηφαιστείου Σαντορίνης (ΙΜΠΗΣ)

 

ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ
[adrotate banner=”19″]


Ακολουθήστε το atlantea.news στο Google News και ενημερωθείτε για όλες τις ειδήσεις και τα άρθρα που δημοσιεύονται.

Διαβάστε επίσης

Διαφήμιση
Διαφήμιση

Σαντορίνη