“Η Ελληνική πολιτεία οφείλει επιτέλους να προσεγγίσει τον ξενοδοχειακό κλάδο ως έναν συμπληρωματικό αναπτυξιακό πυλώνα της ελληνικής οικονομίας και όχι ως μια βραχυπρόθεσμη δημοσιονομική ανακούφιση”. Αυτό τόνισε ο πρόεδρος της Πανελλήνιας Ομοσπονδίας Ξενοδόχων (ΠΟΞ) Γιάννης Χατζής μετά την ολοκλήρωση της χθεσινής (26/9) έκτακτης συνεδρίασης του Συμβουλίου των Προέδρων των 55 Τοπικών Ενώσεων Ξενοδόχων της χώρας.
Η συνεδρίαση, σύμφωνα με τον κο Χατζή, κατέδειξε με τον πιο ηχηρό τρόπο την ισχυρή ενότητα και αποφασιστικότητα του ξενοδοχειακού κλάδου.
“Η προσφορά του ξενοδοχειακού κλάδου δεν αποτελεί σχήμα λόγου. Έχουμε επανειλημμένα αποδείξει, μέσω των πράξεών μας, ότι ανταποκρινόμαστε στις υποχρεώσεις μας, ξεπερνώντας συχνά τις προσδοκίες, υπό οποιεσδήποτε συνθήκες. Στηρίζουμε τα δημόσια έσοδα, συνεισφέροντας 10,5 δις άμεσα στο ΑΕΠ, την απασχόληση, προσφέροντας εργασία σε 225,000 εργαζόμενους, καθώς και τις τοπικές κοινωνίες και οικονομίες σε όλη τη χώρα, αφού το 90% του ξενοδοχειακού ΑΕΠ παράγεται περιφερειακά”, δήλωσε ο κος Χατζής, εκφράζοντας ταυτόχρονα την έντονη ανησυχία που έχουν προκαλέσει οι πρόσφατες κυβερνητικές εξαγγελίες, αναφορικά με τις αυξήσεις τόσο στο τέλος διαμονής παρεπιδημούντων όσο και στο Τέλος Ανθεκτικότητας στην Κλιματική Κρίση.
“Με κάθε πρόσθετη οικονομική επιβάρυνση στο κόστος των υπηρεσιών μας ακριβαίνει το προϊόν για τους Έλληνες και ξένους πελάτες μας, μειώνεται η διείσδυση που έχει η δραστηριότητα στην τοπική οικονομία και πλήττεται άμεσα η ανταγωνιστικότητά μας”, υπογράμμισε ο πρόεδρος της ΠΟΞ, συμπληρώνοντας πως αυτό επιβεβαιώνεται από τις αντιδράσεις της Γερμανικής Ένωσης Ταξιδίων (DRV), αλλά και χιλιάδων ξένων πελατών που έχουν κατακλύσει το διαδίκτυο με αρνητικά μηνύματα.
Ο κος Χατζής δεν παρέλειψε να τονίσει επίσης πως “την ίδια στιγμή, η δραστηριότητα της βραχυχρόνιας μίσθωσης συνεχίζει να λειτουργεί ανεξέλεγκτα, χωρίς κανόνες και περιορισμούς, παρά τις σοβαρές κοινωνικές επιπτώσεις και τις στρεβλώσεις που προκαλεί στην αγορά φιλοξενίας της χώρας μας. Πρόκειται για μια δραστηριότητα που μειώνει τη μέση κατά κεφαλήν δαπάνη και βυθίζει τα δημόσια έσοδα ανά επισκέπτη καθώς τα δηλωμένα έσοδα της βραχυχρόνιας μίσθωσης, έχοντας μάλιστα περισσότερες κλίνες, είναι περίπου 93% λιγότερα από αυτά των ξενοδοχείων”.