Των Κώστα Παπαζάχου* και Χάρη Κκαλλά**
Αν και σήμερα συμπληρώνονται 6 δεκαετίες από τη γένεσή του, είναι δύσκολο να αναφερθεί κανείς στο σεισμό της 9η Ιουλίου 1956 (μέγεθος 7.5), χωρίς να συγκλονιστεί από τις καταστρεπτικές συνέπειες που είχε στο Ν. Αιγαίο και κυρίως στη Σαντορίνη. Ο σεισμός έγινε στο ρήγμα της θαλάσσιας λεκάνης της νότιας Αμοργού, και είναι ο μεγαλύτερος σεισμός του 20ου αιώνα σε ολόκληρη την Ευρώπη, από τα Ουράλια έως το Γιβραλτάρ, και από τη Μάλτα έως τη Λαπωνία. Το έργο του κύριου σεισμού ολοκλήρωσε ένας ισχυρός μετασεισμός που ακολούθησε 12 λεπτά αργότερα, αν και οι επιπτώσεις του στη Σαντορίνη ήταν σχετικά περιορισμένες (σε σχέση με τον κύριο σεισμό).
Οι δύο σεισμοί όχι μόνο σκότωσαν 53 άτομα και τραυμάτισαν περισσότερα από 100, αλλά δημιούργησαν ένα από τα μεγαλύτερα θαλάσσια κύματα βαρύτητας (tsunami) στο Αιγαίο, το ύψος του οποίου έφθασε τα 25m στη νοτιοανατολική ακτή της Αμοργού, τα 20m στη βορειοδυτική ακτή της Αστυπάλαιας και τα 10m στη Φολέγανδρο. Ο ίδιος ο σεισμός προκάλεσε πολύ σημαντικές βλάβες στη Σαντορίνη, κυρίως στους οικισμούς της καλδέρας (Οία, Φηρά, Ημεροβίγλι, κλπ.), και πιο περιορισμένες αλλά εξίσου σημαντικές σε άλλους οικισμούς όπως το Μεγαλοχώρι, τον Πύργο, την Επισκοπή Γωνιάς, κλπ. Το πλήγμα που προκάλεσε ο σεισμός στη φτωχή τότε Σαντορίνη ήταν τεράστιο, οδηγώντας μεγάλο τμήμα του πληθυσμού στο να την εγκαταλείψει, παρά την επίσημη απαγόρευση (που ίσχυε τότε) για μετακίνηση του ανδρικού πληθυσμού από το νησί, ώστε να συμμετέχουν στην αναδόμηση του νησιού.
Ο καταστρεπτικός σεισμός της Αμοργού αποτελεί ένα ορόσημο για την Σεισμολογία της Ελλάδας. Αυτό δε συμβαίνει μόνο γιατί ο σεισμός αυτός αποτελεί την αποκορύφωση μιας από τις χειρότερες (από πλευράς σεισμικότητας) πενταετίες του ελληνικού χώρου (1953-1957), όπου είχαμε τη γένεση σειράς καταστρεπτικών σεισμών με μέγεθος περίπου ίσο ή μεγαλύτερο από 7.0 (1953 – Μ=7.2 στην Κεφαλονιά, 1974 – Μ=7.0 στις Σοφάδες, 1956 – Μ=7.5 στην Αμοργό, 1957 – Μ=6.8 στο Βελεστίνο, 1957 – Μ=7.2 στη Ρόδο). Ο βασικός λόγος είναι ότι ο σεισμός της Αμοργού εξακολουθεί να μας «διδάσκει», αλλά και να μας εκπλήσσει ακόμα και σήμερα. Έτσι από την πρόσφατη εργασία ομάδας του Παν/μιου του Bochum (Bruestle και συνεργάτες, 2013) μάθαμε ότι ο κύριος μετασεισμός του δεν ήταν ένας συνηθισμένος, επιφανειακός τεκτονικός σεισμός, αλλά ένας ισχυρός (μέγεθος ~7.1) σεισμός βάθους. Με άλλα λόγια o σεισμός της Αμοργού προκάλεσε σε βάθος ~150 χιλιομέτρων κάτω από τη Σαντορίνη έναν ισχυρό μετασεισμό, ο οποίος έγινε στην καταδυόμενη (κάτω από το Αιγαίο) πλάκα της Μεσογείου, σχεδόν ίδιου μεγέθους με τον κύριο!
Πρόσφατη έρευνα του Εργαστηρίου Γεωφυσικής του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκς και του Ινστιτούτου Μελέτης και Παρακολούθησης Ηφαιστείου Σαντορίνης (Κκαλλάς και συν., 2016) δείχνει ότι μπορούμε πλέον να εκτιμήσουμε με ακρίβεια την επίδραση ενός ανάλογου μελλοντικού σεισμού στη Σαντορίνη και να αναπαράγουμε τα αποτελέσματα του σεισμού της Αμοργού, π.χ. τις αυξημένες βλάβες στην περιοχή της καλδέρας. Στο σχήμα που ακολουθεί παρουσιάζονται οι μακροσεισμικές εντάσεις στην κλίμακα Μερκάλι (κλίμακα η οποία αποτυπώνει το βαθμό των βλαβών) του σεισμού του 1956 (μαύροι αριθμοί). Παράλληλα, παρουσιάζεται και η στοχαστική προσομοίωση των αναμενόμενων βλαβών (χρωματική κλίμακα), η οποία λαμβάνει υπ΄ όψη και την επίδραση της μορφολογίας της Σαντορίνης (π.χ. τοπογραφία της καλδέρας). Είναι εμφανής η αξιόπιστη αναπαραγωγή των βλαβών, με πιο χαρακτηριστική μία ζώνη υψηλών βλαβών από την Οία, μέχρι το Ημεροβίγλι-Φηροστεφάνι-Φηρά (κόκκινα-πορτοκαλί χρώματα, που αντιστοιχούν σε τιμές μακροσεισμικής έντασης μεγαλύτερες από 8, δηλαδή σε βαριές βλάβες), αλλά και σχετικά περιορισμένες βλάβες στη νότια Σαντορίνη. Ο χάρτης αυτός, πέρα από την ιστορική του σημασία, μπορεί να χρησιμοποιηθεί για να εξαχθούν και πολλά συμπεράσματα για το μέλλον, π.χ. για τα αποτελέσματα από τη δραστηριοποίηση άλλων ρηγμάτων στην περιοχή της Σαντορίνης.
* Ο κ. Κώστας Παπαζάχος είναι καθηγητής σεισμολογίας στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσαλονίκης και Γενικός Γραμματέας του Ινστιτούτου Μελέτης και Παρακολούθησης Ηφαιστείου Σαντορίνης
** Ο κ. Χάρης Κκαλλάς είναι υποψήφιος διδάκτωρ σεισμολογίας στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσαλονίκης