Το άρθρο που ακολουθεί είναι του Ντίνου Στεργίδη και δημοσιεύθηκε στην ηλεκτροινική έκδοση “The Food & Leisure Guide” με τίτλο “Μερικές αλήθειες για τον οινοτουρισμό”. Επειδή μάλλον πρόκειται για “πικρές” αλήθειες αλλάξαμε λίγο τον τίτλο στη δική μας αναδημοσίευση.
Χορτάσαμε γιορτές κρασιού και ομιλίες για τον οινοτουρισμό, ο οποίος καλείται να σώσει το ελληνικό κρασί. Τα πράγματα, όμως, δεν είναι τόσο απλά.
Το πρόβλημα με τον οινοτουρισμό στην Ελλάδα δεν είναι τα οινοποιεία μας, αλλά ο χώρος που τα περιβάλλει. Και όταν λέω ο χώρος, δεν εννοώ τις αυλές των οινοποιείων, αλλά το ευρύτερο περιβάλλον μέσα στο οποίο αυτά εντάσσονται.
Το πρόβλημα είναι θεσμικό και ανεπίλυτο. Από τη στιγμή που η πολιτεία ποτέ δεν μπόρεσε να εφαρμόσει αυστηρά και αποτελεσματικά ένα χωροταξικό σύστημα με ζώνες (όπου, δηλαδή, αλλού ζεις, αλλού καλλιεργείς, αλλού παράγεις και αλλού καταναλώνεις) και επέτρεψε για δεκαετίες ολόκληρες στον κάθε πικραμένο με τέσσερα στρεμματάκια να οικοδομήσει λίγο-πολύ όπου ήθελε ό,τι ήθελε, το παιχνίδι χάθηκε.
Αν δει κανείς από ψηλά τη σπουδαία πόλη της Μπολόνια, θα εκπλαγεί από τον απότομο τρόπο με τον οποίο τελειώνει η δόμηση και αρχίζει ευθύς αμέσως, εντελώς ανέπαφη και ακέραιη, η γεωργική γη. Αυτή η εικόνα στην Ελλάδα δυστυχώς δεν υπάρχει, με αποτέλεσμα η χώρα μας να μην μπορεί να επιδείξει αυτές τις «θάλασσες αμπελώνων» που σου κόβουν την ανάσα, όπως για παράδειγμα στην Καμπανία, στο Πορτό και στη Γερμανία (ναι, στη Γερμανία). (Ο μικρός κλήρος είναι και αυτός μία από τις επιπτώσεις της κακής οικονομικής διαχείρησης της γης). Πέραν τούτου, ό,τι υπάρχει σιγά-σιγά καταστρέφεται ― Μεσόγεια, Σαντορίνη, Σάμος (τα πεδινά χάνονται), Κρήτη ― ή έχει ήδη καταστραφεί, όπως οι ιστορικοί αμπελώνες της Κάντζας και του Μοσχάτου Ρίου Πατρών. Πουθενά στην Ελλάδα δεν υπάρχει αυτή τη στιγμή οριοθετημένος αμπελώνας που να προστατεύεται νομικά σε βάθος χρόνου. (Με εξαίρεση, ίσως, τον αμπελώνα που περιβάλλει το αεροδρόμιο των Σπάτων!).
Αλλά ακόμα και εκεί όπου το φαινόμενο της τσιμεντοποίησης δεν έχει ακόμα εκδηλωθεί σε όλο του το μεγαλείο, η εικόνα για τον επισκέπτη είναι πολύ συχνά αποκαρδιωτική. Μια βόλτα στη Νεμέα, λόγου χάρη, οι «Μεγάλες Μέρες» της οποίας μόλις ολοκληρώθηκαν πανηγυρικά, είναι συγκλονιστική για τον επισκέπτη. Η αναντίρρητη φυσική ομορφιά του τοπίου μολύνεται εξακολουθητικώς από τις πιο απίθανες και ανεκδιήγητες κατασκευές, οι οποίες ― για να είμαστε απόλυτα ειλικρινείς ― παραπέμπουν κατευθείαν σε τριτοκοσμική χώρα. Τσιμεντόλιθοι, λαμαρίνες, σκουριασμένα συρματοπλέγματα, κάθε είδους πλαστικό, κομμάτια από οχήματα διαφόρων ειδών και ό,τι άλλο μπορεί να βάλει ο νους, όταν δεν είναι πεταμένα φύρδην-μίγδην μέσα στους αγρούς, αποτελούν δομικά υλικά για να «χτίσει» ο κάθε αγρότης μια καλύβα, μια στάνη, ένα σπίτι… Όσο για τα χωριά της περιοχής, δεν έχουν κανένα αρχιτεκτονικό ή, έστω, απλώς αισθητικό ενδιαφέρον.
Σε άλλα μέρη, όπως στα πανέμορφα νησιά μας, βλέπουμε νεο-αγρότες να κατασκευάζουν ξερολιθιές με …τσιμεντόλιθους και να αντικαθιστούν τις ξύλινες περσίδες των αγροικιών με πλαστικές. Τα παραδείγματα είναι αναρίθμητα και τα γνωρίζουμε όλοι.
Το ζήτημα δεν είναι να γυρίσει ο χρόνος πίσω αλλά το τι μπορεί ακόμα να περισωθεί. Με άλλα λόγια, καλά τα υπόγεια επισκέψιμα κελάρια και οι καλιφορνέζικης έμπνευσης χώροι υποδοχής των οινοποιείων μας, αλλά κινδυνεύουν να αποδειχθούν ανεπαρκείς εάν στο μεταξύ δεν βρεθεί ένας τρόπος να αναβαθμιστεί η συνολική αισθητική του ελληνικού αμπελώνα.
Θα έπρεπε ήδη να έχουν γίνει συνέδρια και μελέτες και να έχουν συσταθεί ομάδες εργασίας για την παντοτινή προστασία του αμπελώνα (και όχι μόνο) από τη λαίλαπα της οικοπεδοποίησης. Πολλές άλλες χώρες το έχουν κάνει και τα εργαλεία υπάρχουν· στη Γαλλία, που έχασε χιλιάδες στρέμματα αμπελώνων στο βωμό της οικιστικής ανάπτυξης, από το Παρίσι μέχρι το Περπινιάν, οι οινοποιοί και οι πολεοδόμοι αντέδρασαν και δημιούργησαν θεσμούς και κανονισμούς που προστατεύουν τον αμπελώνα σε βάθος χρόνου, αν όχι ολοκληρωτικά τουλάχιστον σε ένα μεγάλο βαθμό.
Αν δεν ενδιαφερθεί ο ίδιος ο κλάδος του ελληνικού κρασιού για τη σωτηρία των παραδοσιακών αμπελότοπών του, τότε ποιος θα ενδιαφερθεί; Είναι κάτι πολύ πιο επείγον και σημαντικό για το μέλλον του ελληνικού κρασιού από τις επιπτώσεις, ας πούμε, της υπερθέρμανσης του πλανήτη στην ωρίμαση των σταφυλιών, ένα θέμα που έχει ήδη απασχολήσει τους Έλληνες οινοπαραγωγούς σε δύο (!) συνέδρια.
Οι προσωπικές πρωτοβουλίες, η συνεργασία με την τοπική αυτοδιοίκηση και η συνεχής ενημέρωση και εκπαίδευση των δημάρχων, είναι μονόδρομος για τον κλάδο. Η σύσφιξη των σχέσεων μεταξύ των φορέων του ελληνικού κρασιού και του εν υπνώσει τελώντος «Δικτύου των Πόλεων του Κρασιού» θα μπορούσε να είναι ένα πρώτο βήμα προς την κατεύθυνση αυτή.
Πηγή: The Food&Leisure Guide
ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ
[adrotate banner=”24″]