Την κατάσταση των υπόγειων νερών, από άποψη ποσότητας αλλά και ποιότητας, αποτύπωσε και για το 2022 η Ελληνική Αρχή Γεωλογικών και Μεταλλευτικών Ερευνών (ΕΑΓΜΕ), στο πλαίσιο του Έργου “Δίκτυο Παρακολούθησης Υπόγειων Νερών” (ΔΙΠΥΝ) για λογαριασμό του Υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας.
Κατά τη διάρκεια περασμένου έτους πραγματοποιήθηκαν τέσσερις περίοδοι δειγματοληψιών και μετρήσεων πεδίου κατά τους μήνες Φεβρουάριο, Απρίλιο, Ιούλιο και Οκτώβριο. Υλοποιήθηκαν συνολικά 6.385 δειγματοληψίες για κύρια ιόντα, αζωτούχες ενώσεις, φωσφορικές ενώσεις και ιχνοστοιχεία, σε 1.896 υδροσημεία παρακολούθησης σε ολόκληρη την επικράτεια. Στην εκτέλεση των εργασιών υπαίθρου συμμετείχαν συνολικά 25 συνεργεία υπαίθρου της ΕΑΓΜΕ αποτελούμενα από 50 άτομα, ενώ οι σχετικές χημικές αναλύσεις πραγματοποιήθηκαν στο Εργαστήριο Αναλύσεων Νερών της ΕΑΓΜΕ.
Με βάση τις διαθέσιμες χημικές αναλύσεις και μετρήσεις πεδίου η ποσοτική κατάσταση των σταθμών παρακολούθησης υπόγειων υδάτων χαρακτηρίζεται: κατά 76% καλή, κατά 20% κακή, ενώ για ένα ποσοστό 4% δεν υπάρχουν επαρκή στοιχεία. Η ποιοτική κατάσταση χαρακτηρίζεται: κατά 58% καλή, κατά 29% κακή, κατά 11% κακή από φυσικά αίτια, ενώ για το 2% δεν υπάρχουν επαρκή στοιχεία.
Όπως σημειώνει η ΕΑΓΜΕ, τα προβλήματα υποβάθμισης των ποσοτικών και ποιοτικών χαρακτηριστικών των υπόγειων υδάτων συνεχίζουν να εντοπίζονται σε περιοχές με εντατική εκμετάλλευση των υδροφορέων. Η νιτρορύπανση και η υφαλμύρινση των υπόγειων υδάτων αποτελούν τους κύριους παράγοντες υποβάθμισής τους, που σχετίζονται αντίστοιχα, με τη χρήση αζωτούχων λιπασμάτων και τη θαλάσσια διείσδυση λόγω υπεραντλήσεων. Ένα μικρό ποσοστό υπερβάσεων στις συγκεντρώσεις βαρέων μετάλλων/ιχνοστοιχείων και ιόντων χλωρίου οφείλεται σε φυσικά αίτια.
Η εικόνα των νησιών
Στα νησιά του Αιγαίου, η υποβάθμιση των υπόγειων υδάτων στα νησιά σχετίζεται κατεξοχήν με την υπεράντληση των υπόγειων υδάτων για την κάλυψη των αυξημένων υδρευτικών και αρδευτικών αναγκών, κυρίως κατά τους καλοκαιρινούς μήνες, λόγω της μεγάλης τουριστικής ανάπτυξης, και σε κάποιες περιπτώσεις συνδέεται με έντονη αγροκτηνοτροφική δραστηριότητα. Για τους λόγους αυτούς παρατηρούνται φαινόμενα υφαλμύρινσης και νιτρορύπανσης. Αυξημένες συγκεντρώσεις σε ιχνοστοιχεία (νικέλιο-Ni, μόλυβδος-Pb, αρσενικό-As, σίδηρος-Fe, μαγγάνιο-Mn) οφείλονται κυρίως σε γεωλογικούς σχηματισμούς σε νησιά όπως Σύρος, Σίφνος, Τήνος, Ικαρία, Κάσος και Πάτμος.
Στα νησιά των Κυκλάδων διαπιστώνεται σημαντική υποβάθμιση των υπογείων υδάτων, τόσο ποιοτική όσο και ποσοτική, κυρίως λόγω ανθρωπογενών πιέσεων και δευτερευόντως λόγω φυσικών αιτίων. Στις περισσότερες περιπτώσεις, η κακή ποιοτική κατάσταση οφείλεται κυρίως σε υφαλμύρινση λόγω της υπερεκμετάλλευσης των ήδη περιορισμένων υδατικών πόρων. Υπάρχουν όμως και περιπτώσεις όπου διαπιστώνεται νιτρορύπανση λόγω αγροτικών δραστηριοτήτων, όπως στο σύστημα Λιβαδίου Νάξου και Σύρου. Υψηλές συγκεντρώσεις νιτρικών ιόντων εντοπίζονται επίσης, τοπικά, σε σταθμούς των συστημάτων Κεντρικής Νάξου-Κούρου, Σύρου, Θήρας, Πησσών Κέας κλπ.
Σημαντική υποβάθμιση, τόσο της ποιοτικής όσο και ποσοτικής κατάστασης των υπογείων νερών, εξακολουθεί να υφίσταται λόγω υφαλμύρινσης από ανθρωπογενή δράση, στα υδροφόρα συστήματα Καταπόλων Αμοργού, Ζεφυρίας Μήλου, Λιβαδίου Νάξου, Σύρου, Κάμπου-Αγ. Γεωργίου Αντιπάρου, Αεροδρομίου-Άνω Μερά Μυκόνου, σε παράκτια τμήματα της Σίφνου, της Κύθνου κ.ά. Σε Δονούσα, Ηρακλειά, Κουφονήσι, Σίκινο, Σχοινούσα, Φολέγανδρο, ποσοστό 18% των σταθμών παρακολούθησης διαθέτει νερό κακής ποιότητας, που υπερβαίνει δηλαδή τα ανώτερα επιτρεπτά όρια του πόσιμου νερού, οφειλόμενη σε φυσικά αίτια. Φυσική υφαλμύρινση διαπιστώνεται στο νησί της Ανάφης, σε παράκτια τμήματα της Τήνου και των Καταπόλων Αμοργού.
Ορισμένα συστήματα διατηρούνται ωστόσο σε καλή κατάσταση, ως προς τα ποιοτικά αλλά και τα ποσοτικά τους χαρακτηριστικά, σε περιοχές της Άνδρου, της Ανατολικής Νάξου και της Πάρου.
Το έργο ΔΙΠΥΝ στοχεύει στη λειτουργία του Εθνικού Δικτύου Παρακολούθησης Υδάτων, ώστε να επιτυγχάνεται συνεκτική και συνολική εικόνα της ποσοτικής και ποιοτικής κατάστασης των υπόγειων υδάτων της χώρας που θα συμβάλλει στην επίτευξη των περιβαλλοντικών στόχων της Οδηγίας 2000/60/ΕΚ.
Τα αποτελέσματα των Ετήσιων Εκθέσεων Αξιολόγησης αξιοποιούνται περαιτέρω κατά τη σύνταξη των αναθεωρημένων Σχεδίων Διαχείρισης ανά Λεκάνη Απορροής Ποταμού, με τελικό στόχο την άσκηση πολιτικών διαχείρισης και την διασφάλιση της βιώσιμης χρήσης των υπόγειων υδάτων.
Το έργο ΔΙΠΥΝ χρηματοδοτείται από το Επιχειρησιακό Πρόγραμμα “Υποδομές Μεταφορών, Περιβάλλον και Αειφόρος Ανάπτυξη” του ΕΣΠΑ 2014-2020 (2023) με Επιστημονικό Υπεύθυνο τον Βασίλειο Ζόραπα – Υδρογεωλόγο M.Sc., Προϊστάμενο του Τμήματος Υδρογεωλογίας και Υδρολογίας (ΥΔΡΟΓΕ).