Την αύξηση του κατώτατου μισθού κατά 2% από 1/1/2022, από τα 650 ευρώ που είναι σήμερα στα 663 ευρώ τον μήνα, ενέκρινε σήμερα το Υπουργικό Συμβούλιο. Η απόφαση ελήφθη ύστερα από την ολοκλήρωση της διαβούλευσης στην οποία συμμετείχαν οι κοινωνικοί εταίροι, ερευνητικοί-επιστημονικοί φορείς και η Τράπεζα της Ελλάδος. Οι συζητήσεις έγιναν με βάση τις αντοχές της οικονομίας και των επιχειρήσεων αλλά και τη διεθνή συγκυρία.
“Η ελληνική οικονομία βίωσε βαθιά ύφεση εξαιτίας των επιπτώσεων της πανδημίας, η οποία ήρθε σε συνέχεια της οικονομικής κρίσης. Μέλημα της κυβέρνησης με την απόφαση για την αύξηση του κατώτατου μισθού κατά 2% από 1ης Ιανουαρίου του 2022, αλλά και με τη μείωση φόρων και ασφαλιστικών εισφορών -που οδήγησε σε πρόσθετη αύξηση του εισοδήματος των εργαζομένων κατά 1,6% – είναι να στηρίξει την αγοραστική δύναμη των εργαζομένων χωρίς να θέσει σε κίνδυνο επιχειρήσεις και θέσεις εργασίας”, σημείωσε ο υπουργός Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων, Κωστής Χατζηδάκης και συνέχισε: “Λαμβάνοντας υπόψη τα αποτελέσματα της διαβούλευσης, δίνουμε μια συνετή αύξηση που δεν βάζει εμπόδια στην ανοδική τροχιά της οικονομίας και επιπλέον διατηρεί τον κατώτατο μισθό στο μέσο του πίνακα των χωρών της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Από εκεί και πέρα, εργοδότες και εργαζόμενοι έχουν τη δυνατότητα να συμφωνήσουν καλύτερες αμοιβές με τις Συλλογικές Συμβάσεις Εργασίας που υπογράφουν σε επιχειρησιακό, κλαδικό ή εθνικό επίπεδο. Γνωρίζω βεβαίως ότι η αύξηση αυτή δεν λύνει τα προβλήματα των εργαζομένων. Ακολουθούμε όμως το δρόμο της σύνεσης μέχρι να ξεπεραστούν οι συνέπειες της πανδημίας στις επιχειρήσεις και ιδιαίτερα τις μικρομεσαίες. Και είμαι βέβαιος ότι η πολιτική της κυβέρνησης που οδηγεί σε αύξηση των επενδύσεων και άνοδο του οικονομικού επιπέδου της χώρας, είναι η μόνη που πραγματικά δημιουργεί τις προϋποθέσεις για καλύτερες αμοιβές, πράγμα που θα πιστοποιηθεί στις διαδικασίες που θα ακολουθήσουν από το 2022 και μετά”.
Σύμφωνα με ανακοίνωση του Υπουργείου Εργασίας και Κοινωνικής Πολιτικής, η κυβέρνηση αποφάσισε για την αύξηση του κατώτατου μισθού λαμβάνοντας υπόψη τη σωρευτική ύφεση 6,29% για το 2019 και το 2020 και τις εκτιμήσεις για ανάπτυξη 3,3%-4,3% το 2021. Όπως σημειώνουν στο υπουργείο Εργασίας πρόκειται μια λελογισμένη αύξηση η οποία αντανακλά τις μέχρι τώρα επιδόσεις αλλά και τις προοπτικές της οικονομίας και δεν βάζει σε κίνδυνο τις επιχειρήσεις και τις θέσεις εργασίας. Οι προβλέψεις για την ανάπτυξη το 2022 (5,3% – 6%) οι οποίες είναι ακόμη πιο ευνοϊκές, θα ληφθούν υπόψη μαζί με τα απολογιστικά στοιχεία που θα υπάρχουν τότε, κατά τη διαδικασία αναπροσαρμογής του κατώτατου μισθού που θα γίνει το 2022.
Στην Ελλάδα ο νομοθετημένος από 1/2/2019 κατώτατος μηνιαίος μισθός για τους υπαλλήλους ανέρχεται στα 650 ευρώ και το ημερομίσθιο για εργατοτεχνίτες στα 29,04 ευρώ. Δεδομένου ότι στην Ελλάδα καταβάλλονται 14 μισθοί, αυτό αντιστοιχεί σε 758 ευρώ/μήνα. Με την εγκύκλιο 7613/395-18/2/2019 του υπουργείου Εργασίας ορίστηκε ότι τα ανωτέρω ποσά προσαυξάνονται μέχρι και 30% ανάλογα με τα έτη προϋπηρεσίας που έχει συμπληρώσει ο/η εργαζόμενος/η προ του 2012. Συνεπώς ο κατώτατος μισθός μπορεί να είναι έως και 195 ευρώ υψηλότερος.
Αντίστοιχα από 1/1/2022 ο κατώτατος μισθός διαμορφώνεται στα 663 ευρώ το μήνα (ή 773,5 ευρώ με αναγωγή των 14 μισθών) ενώ με τις τριετίες φθάνει έως και 198,9 ευρώ υψηλότερα. Το κατώτατο ημερομίσθιο από 1/1/2022 διαμορφώνεται σε 29,62 ευρώ. Μεταξύ των 21 κρατών μελών της ΕΕ που έχουν νομοθετημένο κατώτατο μισθό, η Ελλάδα βρίσκεται στη μέση της κατάταξης όσον αφορά το ύψος του κατώτατου μισθού (11η με βάση τον ονομαστικό και 13η με βάση τα Ισοδύναμα Αγοραστικής Δύναμης).
Οι εργοδοτικοί φορείς, συμπεριλαμβανομένων των μικρομεσαίων, τάχθηκαν υπέρ του παγώματος του κατώτατου μισθού. Υπέρ του παγώματος επίσης ή της πολύ περιορισμένης αύξησης τάχθηκαν οι επιστημονικοί φορείς που συμμετείχαν στη διαδικασία διαβούλευσης συμπεριλαμβανομένης και της Τράπεζας της Ελλάδος. Η ΓΣΕΕ πρότεινε άμεση αύξηση στα 751 ευρώ μηνιαίως (15,5%) με την προοπτική περαιτέρω αύξησης στα 809 ευρώ. Στο τελικό πόρισμα της διαβούλευσης το ΚΕΠΕ και ορισμένα μέλη της επιτροπής των εμπειρογνωμόνων θεωρούν ότι είναι σκόπιμο “η όποια αναπροσαρμογή του κατώτατου μισθού να ανασταλεί έως ότου αποκατασταθεί η κανονικότητα στην οικονομία και αυτή καταγράψει συστηματικά θετικούς ρυθμούς ανάπτυξης”, ενώ ορισμένα άλλα μέλη της Επιτροπής Εμπειρογνωμόνων προτείνουν αύξηση του κατώτατου μισθού σε ποσοστό έως και 4% (26 ευρώ) θεωρώντας ότι αυτό θα στείλει ένα θετικό σήμα για την επανεκκίνηση της οικονομίας.
Η προβλεπόμενη διαδικασία για την αναπροσαρμογή του κατώτατου μισθού ξεκίνησε στις 24 Φεβρουαρίου 2020 με τη συγκρότηση της τριμελούς επιτροπής συντονισμού της διαβούλευσης. Ωστόσο, οι εξελίξεις με την πανδημία κατέστησαν επιβεβλημένη την μετάθεσή της έναρξης της διαβούλευσης αρχικά για τον Σεπτέμβριο του 2020, στη συνέχεια τον Νοέμβριο του 2020, και εν τέλει, τον Μάρτιο του 2021. Η διαδικασία της διαβούλευσης που προβλέπεται στο άρθρο 103 του Ν. ν.4172/2013 ολοκληρώθηκε στις 30 Ιουνίου, με την αποστολή του πορίσματος που συνέταξε το ΚΕΠΕ σε συνεργασία με 5μελή επιτροπή εμπειρογνωμόνων.
Αντιδράσεις από φορείς και κόμματα
Ο πρόεδρος της Κεντρικής Ένωσης Επιμελητηρίων και του ΕΒΕΑ, Κωνσταντίνος Μίχαλος, χαρακτήρισε ως “χρυσή τομή” την απόφαση για αύξηση του κατώτατου μισθού κατά 2%, επαναλαμβάνοντας το αίτημα για μείωση φόρων και ασφαλιστικών εισφορών.
Αντίθετα, η ΓΣΕΕ κρίνει ως κατώτερη των προσδοκιών και των αναγκών των εργαζομένων την εν λόγω αύξηση του κατώτατου μισθού. “Η οριακή αύξηση του κατώτατου μισθού και μάλιστα από 1/1/2022, δεν ενισχύει σε καμία περίπτωση την οικονομική και κοινωνική σταθερότητα και ανάπτυξη, δε βελτιώνει τις συνθήκες διαβίωσης και φυσικά δε μειώνει την ανασφάλεια και επισφάλεια που διακρίνουν σήμερα την αγορά εργασίας” σημειώνει σε ανακοίνωσή της.
Για αύξηση-κοροϊδία και εμπαιγμό των εργαζομένων κάνουν λόγο τα κόμματα της αντιπολίτευσης.
“Ο κος Μητσοτάκης αφού νομιμοποίησε την απλήρωτη εργασία και οδήγησε σε τεράστιες αυξήσεις σε βασικά αγαθά όπως τρόφιμα και ρεύμα, σήμερα ανακοίνωσε μια συμβολική -όπως είπε- αύξηση στον κατώτατο μισθό”, δήλωσε ο εκπρόσωπος τύπου του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ Νάσος Ηλιόπουλος, συμπληρώνοντας πως “τα 52 λεπτά που δίνει την ημέρα είναι προσβολή και κοροϊδία για τους εργαζομένους”. Συνεχίζοντας, ο κος Ηλιόπουλος υποστήριξε ότι “ο κατώτατος μισθός θα έπρεπε ήδη να είναι στα 751 και σήμερα να συζητάμε την αύξηση του στα 800 ευρώ, όπως έχει δεσμευτεί ο ΣΥΡΙΖΑ”.
“Δεν περιμέναμε κάτι διαφορετικό από την ΝΔ. Συνεχίζει να προωθεί το βαθιά συντηρητικό εργασιακό της “όραμα” για την φθηνή και απαξιωμένη εργασία, με τους εργαζόμενους χωρίς δικαιώματα και συμβάσεις”, επισήμανε το Κίνημα Αλλαγής, υπενθυμίζοντας ότι “η ΓΣΕΕ πρότεινε (μετά την 2ετή καθήλωση του κατώτατου μισθού) την άμεση αύξηση του στα 751 ευρώ. Πρόταση που απαράδεκτα αγνόησε ο κος Μητσοτάκης”.
“Η ανακοίνωση της κυβέρνησης συνιστά πρόκληση προς τους εργαζόμενους, αφού κι αυτά τα ψίχουλα έχουν εξανεμιστεί και με το παραπάνω από την ακρίβεια και τις ανατιμήσεις σε είδη λαϊκής κατανάλωσης, αλλά και από τον πρόσφατο αντεργατικό νόμο της κυβέρνησης, που κάνει τους εργαζόμενους ακόμα πιο “φτηνούς” και “ευέλικτους”, ανέφερε το ΚΚΕ σε σχόλιό του.