Του Ανδρέα Βλάχου*
Από όλους τους ανθρώπους που γέννησε τούτο το νησί μόλις μια χούφτα κατάφεραν με κάποιον τρόπο να τρυπώσουν στα βιβλία της Ιστορίας. Δε θα μπορούσαμε άλλωστε να περιμένουμε πολλές δόξες και μεγαλεία, η Σαντορίνη δεν είναι και καμία μεγαλόνησος λεβεντογέννα, που λέει ο λόγος, να βγάζει τους σπουδαίους με τη σέσουλα. Λίγοι νοματαίοι είμαστε δηλαδή και ο τόπος ήταν σχεδόν πάντα φτωχός. Οπότε πού να βρεθεί χρόνος για σπουδαία κατορθώματα; Ακόμα και η εξασφάλιση των προς το ζην κατόρθωμα ήταν κάποτε. Μην κοιτάμε που τώρα είμαστε παγκόσμιος τουριστικός προορισμός, να πούμε, και έχουμε γείρει το νησί μονόμπαντα από τα εκατομμύρια των επισκεπτών του, οπότε αποφάσισαμε ότι για να το ισιώσουμε πρέπει να φέρουμε άλλους τόσους και να τους βάλουμε με το ζόρι από την άλλη μπάντα. Τον πιο πολύν καιρό αυτά τα χώματα –αν μπορεί κάποιος να πει “χώματα” τη σκόνη και τις ελαφρόπετρες– δεν μπορούσαν να θρέψουν ούτε αυτούς που μοχθούσαν να τα καρπίσουν.
Σε τέτοιες δύσκολες εποχές έζησε ο αγαπημένος μου Θηραίος, ο απόλυτα ξεχασμένος στον τόπο του ακόμα και σήμερα, Βάττος Αριστοτέλης (ή Αρισταίος) που έγινε αργότερα γνωστός ως Βάττος ο Α’. Και δεν είναι ο αγαπημένος μου επειδή έχτισε πόλη και δυναστεία, ούτε γιατί ψωνίστηκε με τη δόξα του και αυτοανακυρήχθηκε “βασιλιάς της Λιβύης”. Είναι, επειδή η πορεία του από τη Θήρα του 7ου π.Χ. αιώνα μέχρι τη Λιβύη και την αθανασία είναι υλικό για μυθιστόρημα. Τι είδους μυθιστόρημα; Σίγουρα όχι ηρωϊκό. Ο Βάττος φαίνεται πως ήταν ένας σχεδόν καθημερινός άνθρωπος που πολύ απρόθυμα σύρθηκε να συναντήσει το πεπρωμένο του. Ένα underdog, όπως λέμε και στο χωριό μου (ή κουτσό άλογο όπως λένε στα διπλανά χωριά) που οδήγησε μια χούφτα συμπατριώτες του αντί για το χαμό τους σε μία ανέλπιστη επιτυχία.
Ποιός ήταν όμως αληθινά; Ποιές ήταν οι συγκυρίες που του έγραψαν έναν ρόλο στη ζωή μεγαλύτερο από το ανάστημά του; Προφανώς την αντικειμενική αλήθεια δεν θα τη μάθουμε ποτέ. Τα περισσότερα που γνωρίζουμε προέρχονται από το τέταρτο βιβλίο των “Ιστοριών” του,όπου ο πατέρας της Ιστορίας περιγράφει με ασυνήθιστη λεπτομέρεια το πώς μια μικρή φτωχή ελληνική πόλις της αρχαϊκής εποχής έφτασε να ιδρύσει μιά αποικία πολύ σπουδαιότερη από την ίδια. Ίσως τελικά η περίπτωση του Βάττου να προξενούσε μεγάλη εντύπωση στον αρχαίο κόσμο, αφού εκτός του Ηροδότου ασχολήθηκαν μαζί του και άλλοι, ιστορικοί και ποιητές, όπως ο Πίνδαρος, ο Μενεκλής, ο Ρωμαίος Ιουστίνος.
Μετά από τους αρχαίους, ωστόσο, με τον Βάττο δεν το έφερε η ρημάδα η τύχη να ασχοληθεί ένας Τσιφόρος, ας πούμε. Έτσι, μέχρι να βρεθεί κάποιο φωτισμένο πνεύμα με ταλέντο να γράψει ένα μυθιστόρημα αντάξιο του ανδρός (και αφού παρακαλέσω να μου συγχωρήσετε τα προφανή “δάνεια” στον λόγο μου), ξεμείνατε με εμένα. Ας προσπαθήσουμε λοιπόν με ελαφρύ τρόπο και με το πλεονέκτημα της μεγάλης απόστασης από τα πράγματα και την σοβαροφάνεια, να δούμε παρέα τη διδακτική του ιστορία. Διότι η ιστορία του Βάττου είναι η ιστορία ίδρυσης της Κυρήνης, της σπουδαίας πόλης της Βόρειας Αφρικής. Καταπώς φαίνεται, κάποιες φορές τα σπουδαία τα κάνουν και συνηθισμένοι άνθρωποι όταν δεν έχουν άλλη επιλογή.
Από τα βάθη των αιώνων μέχρι την Γεωμετρική εποχή: το νησί κατοικείται ξανά
Για να δούμε όμως τα πράγματα με τη σωστή προοπτική, πρέπει να πάμε ακόμα πιο πίσω. Μετά την ηφαιστειακή έκρηξη της Μινωϊκής εποχής που δεν άφησε στο νησί κολυμπηθρόξυλο, υποθέτουμε ότι οι άνθρωποι άργησαν να ξαναπατήσουν πόδι εδώ πάνω. Από τη μια ο μύθος λέει ότι το νησί μας δημιουργήθηκε όταν ο Εύφημος, γιος του Ποσειδώνα, αργοναύτης και αρχαίος σούπερ ήρωας (αφού μπορούσε να περπατά στα κύματα) έριξε στη θάλασσα έναν άσπρο σβώλο γης που είχε πάρει από τον Τρίτωνα. Ο Τρίτων υποτίθεται ότι ζούσε στην Τριτωνίτιδα λίμνη της σημερινής Λιβύης. Υπήρχε μάλιστα μια προφητεία ότι οι απόγονοι του Εύφημου θα ξαναγυρνούσαν εκεί. Κι επειδή ο Βάττος λέγεται ότι ήταν μόλις 17η γενιά απόγονος του Εύφημου, φρέσκο πράγμα δηλαδή, εξ ου και ότι η προφητεία εκπληρώθηκε.
Ο Ηρόδοτος από την άλλη μεριά λέει ότι οι πρώτοι επανοικιστές της Θήρας ήταν οι Φοίνικες που οδήγησε ο μετέπειτα ιδρυτής της Θήβας, Κάδμος, καταδιώκοντας τον Ταύρο Δία που είχε απαγάγει την αδελφή του, Ευρώπη (το σχετικόν γαμήλιο ενσταντανέ το έχουμε βάλει για ενθύμιο στο ελληνικό κέρμα των 2€). Οι Φοίνικες θαμπώθηκαν από την ομορφιά του νησιού, γι’ αυτό το ονόμασαν “Καλλίστη” (η ομορφότερη) και με αρχηγό το Μεμβλίαρο εγκαταστάθηκαν σε αυτό για οκτώ γενιές. Ίσως όμως η αλήθεια να είναι λιγότερο ποιητική διότι το νησί εκτός από συγκλονιστικό ηλιοβασίλεμα που όντως θαμπώνει είναι και σε εξαιρετική θέση για δημιουργία εμπορικού φυλακίου. Και ξέρουμε ότι ο λαός αυτός ενδιαφερόταν πρωτίστως για το ναυτικό εμπόριο και λιγότερο για τις ομορφιές της φύσης και τα σάνσετ – καλή ώρα όπως κάνουμε εμείς σήμερα.
Όπως και να έχει, στη διάρκεια του Πρώτου ελληνικού αποικισμού φαίνεται ότι είτε οι Φοίνικες εκδιώχθηκαν από την Καλλίστη είτε απέκτησαν δωρική παρέα. Ως “Πρώτος ελληνικός αποικισμός” (μέσα 11ου-τέλος 9ου π.Χ. αιώνα) είναι γνωστή η καραμπόλα μεταξύ των ελληνικών φύλων που είχε ως αποτέλεσμα την αναδιάταξή τους στον χώρο που περίπου συμπίπτει με τα σημερινά όρια του ελληνικού κράτους (εκτός του μεγαλύτερου μέρους της Μακεδονίας και τη Θράκη). Δωριείς, Αιολείς, Ίωνες, Αχαιοί, Δρύοπες αποίκισαν τα νησιά – φαίνεται ότι για πρώτη φορά οι Δωριείς έβρεξαν τα ποδάρια τους στη θάλασσα. Δωριείς άλλωστε ήταν οι Έλληνες αποικιστές του νησιού που ήρθαν εδώ στην αρχή αυτής της περιόδου. Αρχηγό τους είχαν τον Θήρα. Αυτός πάλι καταγόταν (μαντέψτε!) από τη γενιά του Κάδμου.
Ο Θήρας, που λέτε, ήταν κουνιάδος του κατακτητή της Λακωνίας, Αριστόδημου, και λόγω του πρόωρου θανάτου αυτού είχε αναλάβει την αντιβασιλεία της Σπάρτης. Όταν όμως οι ανηψιοί του ενηλικιώθηκαν και παρέλαβαν τη δουλειά του μακαρίτη μπαμπά, ο άνεργος πια θείος τους κάπου έπρεπε να βολευτεί – διότι εις τους αιώνας των αιώνων έτσι κάνουν οι βασιλείς, ιδρύουν βασίλεια και βολεύουν το σόϊ τους για να μην κινδυνέψει ο δικός τους θρόνος. Οι βασιλικοί ανηψιοί λοιπόν παίρνουν τον μπάρμπα και μαζί με την ευχή τους, κάποιους άλλους Δωριείς και κάτι σώγαμπρους Μινύες από τη Λήμνο που ήταν κι αυτοί απόγονοι των Αργοναυτών (πόσα παιδιά είχαν σπείρει επιτέλους αυτοί οι Αργοναύτες;) αλλά είχαν στο μεταξύ γίνει ανεπιθύμητοι στη Λακωνία λόγω προβληματικής διαγωγής, τους φόρτωσαν όλους σε τρία πλοία και τους ξαπόστειλαν πακέτο στο νησί.
“Καλώς τον ξάδερφο” του είπαν πάνω κάτω οι Φοίνικες μακροσυγγενείς όταν έφτασε στα μέρη μας, “ελάτε να σας κεράσομε ένα ποτήρι κρασί από το δικό μας που είναι αγνό χωρίς φάρμακα, να το πιούμε στην καλντέρα και να συζητήσομε για τον Γενάρχη μας τον Κάδμο”.
“Όσο κάτσατε, κάτσατε, φεύγοντας από την εξουσία πάρτε μαζί σας και τις κουρτίνες” απάντησε αυτός “επειδή θα γίνουν κάποιες μικρές αλλαγές εδώ πέρα. Ειδικά οι κουρτίνες και το όνομα του νησιού. Χάλια είναι”.
“Δεν ξηγιέσαι καλά, ξάδερφε. Πού να πάμε; Οχτώ γενιές ζούμε εδώ. Και τι έχει το ‘Καλλίστη’; Υπάρχει πιο όμορφο όνομα, όπως λέει και το όνομα;” έκαναν αυτοί. Τίποτα ο Θήρας.
“Είστε ανίκανοι να χειριστείτε το μπραντ νέϊμ του νησιού”, τους είπε αυτός. “Εμείς οι Δωριείς έχουμε σχέδιο και όραμα. Θα αποκαταστήσουμε την εικόνα του τόπου και θα τον λανσάρουμε αλλιώς. Θα τον πούμε ‘Θήρα’ που είναι και πιασάρικο”.
“Μα αυτό είναι το δικό σου όνομα! Δηλαδή αν σε λέγανε Βρασίδα τι θα έκανες βρε Θήρα; Βρασίδα θα το λέγαμε το νησί;”
“Βασιλεύς είμαι, ό,τι θέλω κάνω!”
Και κάπως έτσι, το όνομα Καλλίστη μας έμεινε μόνο στον Πύργο για να το θυμόμαστε. Και ο Θήρας την έφερε για τα καλά στο μακρινό σόϊ του – διότι εις τους αιώνας των αιώνων και τέτοια συμβαίνουν στις οικογένειες. Ακόμα και στις καλύτερες.
(Αυτά τα λίγα για σήμερα. Προσεχώς: ο Βάττος γεννιέται σε μια ταραγμένη συγκυρία κουβαλώντας μια ταραγμένη οικογενειακή ιστορία. Και δυστυχώς γι’ αυτόν, και ταραγμένη ομιλία).
* Ο Ανδρέας Βλάχος ζει με την οικογένειά του και εργάζεται ως Ουρολόγος στη Σαντορίνη. Επικοινωνεί γράφοντας για αυτά που γνωρίζει, για αυτά που αγαπά και για αυτά που ζητούν την προσοχή μας.
[adning id="140783"]