Του Ανδρέα Βλάχου*
Από την Γεωμετρική εποχή στην Αρχαϊκή – ένας αντιήρωας γεννιέται
Μάλλον τελικά ο Βασιλιάς Θήρας δεν έκανε πολλά πράγματα εκτός από την αλλαγή του ονόματος του τόπου. Ίσως βέβαια δεν ευνόησαν και οι καιροί. Κομματάκι σκοτεινοί ήταν, κάτι σαν ελληνικός μεσαίωνας. Η οικονομία του νησιού από όσα ξέρουμε ήταν αναιμική. Εφτά χωριουδάκια αριθμούσε η Θήρα. Ό,τι πληροφορίες έχουμε για την εποχή προέρχονται από τα ευρήματα στο νεκροταφείο που βρίσκεται στη Σελλάδα, στο Μέσα Βουνό, αφού τους οικισμούς δεν τους βρήκαμε.
Κάπου στον 8ο π.Χ. αιώνα πάντως η εικόνα άρχισε να αλλάζει όχι μόνο στη Θήρα αλλά και σε όλον τον ελληνικό κόσμο. Εκτός από την πρόοδο στις τέχνες και στο εμπόριο, υπάρχει και μία πληθυσμιακή έκρηξη που λιγοστεύει τους κλήρους καλλιεργήσιμης γης και την επάρκεια πόρων και αγαθών. Στις πόλεις επικρατεί αναβρασμός και αγώνας για την εξουσία, ενώ εγκαθιδρύονται οι πρώτες τυραννίες. Σχεδόν ταυτόχρονα λοιπόν οι Έλληνες επιλέγουν τη φυγή προς τα εμπρός και ξεκινούν ένα δεύτερο αποικιακό ρεύμα προς μέρη πιο μακρινά στη Μεσόγειο και τον Εύξεινο Πόντο, αυτή τη φορά αποκλειστικά διά θαλάσσης. Ο “Δεύτερος ελληνικός αποικισμός” είναι κανονικά οργανωμένος. Κάθε αποστολή είχε ως αρχηγό τον “οικιστή”. Η αποικία έχει σκοπό όχι μόνο τη δική της ευημερία της, αλλά και αυτήν της μητρόπολης. Το μαντείο των Δελφών, ήδη μαγαζί γωνία, γνωρίζει μεγάλες δόξες αφού η συμβουλή του Απόλλωνα διά της Πυθίας στην επιλογή των τόπων προς εγκατάσταση είναι απαραίτητη για να ξεκινήσει η οποιαδήποτε εκστρατεία. Οι Δελφοί γίνονται ένα κανονικό συντονιστικό κέντρο αυτής της εξάπλωσης.
Υποθέτουμε ότι την ίδια εποχή που σμιλεύτηκε η “κόρη της Θήρας”, το άγαλμα που ανακαλύφθηκε στη Σελλάδα και βρίσκεται αυτήν την στιγμή στο Μουσείο Προϊστορικής Θήρας, περιμένοντας να μετακομίσει στο Μουσείο Αρχαίας Θήρας όπου και θα εκτεθεί στο κοινό, ο Βάττος είχε ήδη γεννηθεί. Πατέρας του ήταν ο Πολύμνηστος (εκ της γνωστής οικογενείας του αργοναύτου Εύφημου, όπως είδαμε), ένας από τους άρχοντες του νησιού. Από τη μεριά της μητέρας του, Φρονίμης, στις φλέβες του έρεε βασιλικό αίμα. Αλλά αυτό είναι μια πονεμένη ιστορία, όπως μας διηγείται ο Ηρόδοτος.
Η Φρονίμη λοιπόν ήταν κόρη του βασιλιά της Οαξού Ετεάρχου. Η Οαξός, σημερινή Αξός, βρίσκεται στην Κρήτη, στον όμορφο και πάντα εύφορο ορεινό Μυλοπόταμο του νομού Ρεθύμνης. Ο Ετέαρχος είχε χηρέψει αλλά δεν ήθελε να μεγαλώσει η Φρονίμη χωρίς μάνα, οπότε ξαναπαντρεύτηκε. Και ψώνισε από σβέρκο, που λένε. Από εδώ και πέρα, έχουμε μια παραλλαγή του παραμυθιού της Χιονάτης. Η μητριά αποδείχτηκε αρχετυπικώς κακιά και άρχισε να διαβάλλει τη Φρονίμη στον πατέρα της ότι και καλά τζάμπα το έχει τ’ όνομα της φρόνιμης διότι λέρωνε την τιμή της βασιλικής οικογένειας. Αντιλαμβάνεσθε πώς. Ο Ετέαρχος έγινε έξαλλος.
“Στο γόνατο θα τηνε σφάξω την άτιμη”
“Μη Ετέαρχε, το κρίμα είναι βαρύ. Τι θα πει κι ο κόσμος;” έκανε η κακιά μητριά. Αλλά πρόσθεσε ύπουλα “Βασιλιάς είσαι, στο κάτω κάτω της γραφής. Τι τα έχεις τα αξιώματα; Βάλε κάποιον άλλον να την ξεφορτωθεί για λογαριασμό σου και να πάρει το κρίμα”.
“Μα την αλήθεια, σαν να έχεις δίκιο, αγάπη μου”. Καλός πατέρας ο Ετέαρχος, για να μην πούμε κάτι βαρύ. Πα-Τέρας, όπως θα έγραφαν γεμάτοι έμπνευση οι έγκριτοι δημοσιογράφοι του σήμερα.
Τον καιρό εκείνο, που λέτε, ένας Θηραίος έμπορος που λεγόταν Θεμίστων, βρισκόταν για επαγγελματικό ταξίδι στην Αξό. Τον προσκαλεί ο βασιλιάς στο παλάτι να τον τραπεζώσει. Και να το αντικρυστό, να οι χοχλιοί, να οι πατάτες οι οφτές, να οι τσικουδιές, ο Θεμίστων μπήκε γκολ.
– Θέμη μου, σου έρεσε;”
– Κύριε βασιλεύ, μας κακομαθαίνετε! Πώς μπορώ να σας το ανταποδώσω;
– Να μωρέ, υπάρχει κάτι αλλά διστάζω…
– Ό,τι θέλετε, αλήθεια.
– Ορκίζεσαι;
Ο Θεμίστων βλακωδώς το έκανε, το γκολ ήτο αυτογκόλ.
– Πάρε την κόρη μου μαζί σου και ορκίσου πως όταν βρεθείς στη θάλασσα, θα τη φουντάρεις την άτιμη.
Κάπως έτσι βρέθηκε ο Θεμίστων να το φυσά και να μην κρυώνει. Βαρύ το κρίμα αλλά ο όρκος πιο βαρύς. Τι να κάνει, την πήρε μαζί του και σάλπαρε για το νησί. Αλλά μόλις τον φύσηξε το θαλασσινό αγέρι του ήρθε η επιφοίτηση! Όταν το πλεούμενό του βρέθηκε μεσοπέλαγα της δένει ένα σχοινί στη μέση.
– Τι κάνετε, καλέ κύριε Θεμίστωνα;
– Τίποτα, υψηλοτάτη. Θα μάθετε θαλάσσιο σκι.
Τη ρίχνει λοιπόν στο νερό και αμέσως την ξανατραβάει πάνω. Ο όρκος τηρήθηκε κυριολεκτικά αλλά όχι στην ουσία του, η πριγκίπισσα φουνταρίστηκε αλλά την γλίτωσε. Ο έμπορος κατάλαβε βέβαια ότι αν πήγαινε το κορίτσι πίσω στην Κρήτη δεν θα στεκόταν δεύτερη φορά τυχερή. Οπότε, την έφερε στη Θήρα.
[adning id="140783"]Την ατυχήσασα πριγκίπισσα την πήρε στο σπίτι του ο Πολύμνηστος ως παλλακίδα. Κάποιοι λένε ότι την παντρεύτηκε κιόλας αλλά ας μην το δένουμε. Καρπός τους, ο ήρωας μας.
Ένας ήρωας της ανάγκης
Ο Βάττος όμως δεν ήταν ένα χαρισματικό παιδί. Πολύ περισσότερο, τραύλιζε κιόλας. Ο τραυλισμός είναι μια διαταραχή λόγου άγνωστης αιτιολογίας που πολύ συχνά συνοδεύεται από δευτερεύουσες διαταραχές ομιλίας. Ο Βάττος είχε και αδύναμη φωνή. Επιπλέον, η κατάσταση είναι γνωστό ότι συνδέεται με άγχος, αίσθημα ντροπής και φόβο στη δημόσια έκθεση. Στα ελληνικά, λέγεται και “βατταρισμός”, μάλλον όχι προς τιμήν του Θηραίου προγόνου μας, αφού Βάττος σημαίνει κυριολεκτικά “τραυλός” στην αρχαία γλώσσα. Πιθανότατα βέβαια πρόκειται για παρωνύμιο αφού ο άνθρωπος αναφέρεται από πηγές και ως Αριστοτέλης ή Αρισταίος. Ως φαίνεται, δηλαδή, το είχαμε ως Θηραίοι με τα παρατσούκλια από τότε. Πάντως είτε έτσι είτε αλλιώς ο Βάττος δεν ήταν το αρχέτυπο ενός ηγέτη, ειδικά σε καιρούς που η ανθρώπινη επικοινωνία γινόταν αποκλειστικά με τον προφορικό λόγο. Πως λοιπόν αυτός ειδικά οδήγησε τους συντοπίτες του σε τέτοια εκστρατεία;
Η απάντηση είναι ότι είτε του την έφερε ο Απόλλωνας είτε ο βασιλιάς του.
Σύμφωνα με την πρώτη εκδοχή, την λιγότερο πιθανή, ο ενήλικος πια Βάττος απευθύνθηκε στο δελφικό μαντείο αναζητώντας λύση στο πρόβλημα της ομιλίας του. Λογοθεραπευτές δεν είχαν τότε. Είτε πάντως επειδή ο Θεός ήξερε τα μελλούμενα είτε επειδή είχε συνηθίσει να δίνει την ίδια λύση σε όλα τα προβλήματα, ο χρησμός βγήκε φασόν.
“Βάττε, ο Φοίβος σε στέλνει στη Λιβύη με τα πολλά τα πρόβατα” είπε η Πυθία.
“Με συγχωρείτε, μαντάμ. Κάποιο λάθος έγινε. Δε ρώτησα τον Θεό που να πάω για να φτιάξω μυζήθρα” αντέδρασε ο Βάττος. “Για τη φωνή μου ρώτησα”. Εκεί η Πυθία.
“Βάττε, ο Φοίβος σε στέλενει οικιστή στη Λιβύη”.
“Χωρίς παρεξήγηση, για μένα μιλάμε; Και για ποιά Λιβύη μου λέτε; Με ποιές δυνάμεις και τι κόσμο να πάω εκεί κάτω;” Ανένδοτη η Πυθία, τι να κάνει κι ο Βάττος, σηκώθηκε κι έφυγε και ξέχασε για τον χρησμό.
Όταν μετά από χρόνια τα πράγματα στο νησί πήγαιναν από το κακό στο χειρότερο, κι επειδή οι Θηραίοι δεν ήξεραν να κάνουν εκλογές όπως εμείς (που λύνουν, ως γνωστόν, όλα τα προβλήματα σε έναν μήνα), έκαναν το μόνο πράγμα που μπορούσαν. Ζήτησαν χρησμό.
“Λοιπόν, σύμφωνα με τα αρχεία του Θεού, τα έχουμε ξαναπεί αυτά, από χρόνια. Αλλά, όταν τα λέει ο Απόλλωνας, τον γράφετε. Για ποιόν τα λέει ο Θεός; Αυτός τα ξέρει, Θεός είναι, εσείς δεν ξεστραβώνεστε. Άντε τώρα στη Λιβύη να δείτε τις καμήλες”.
Η πρώτη εκδοχή λοιπόν λέει ότι κάπως έτσι αγγαρεύτηκε ο Βάττος να τρέχει στην Αφρική. Αλλά μάλλον τα πράγματα είχαν άλλη εξήγηση, λιγότερο θεϊκή.
(Αυτά προς το παρόν. Στο επόμενο μέρος, η ρεαλιστική εκδοχή του αποικισμού και η σχεδόν κωμική εκστρατεία των πατριωτών μας στον Νότο).
Διαβάστε το α’ μέρος εδώ
* Ο Ανδρέας Βλάχος ζει με την οικογένειά του και εργάζεται ως Ουρολόγος στη Σαντορίνη. Επικοινωνεί γράφοντας για αυτά που γνωρίζει, για αυτά που αγαπά και για αυτά που ζητούν την προσοχή μας.
[adning id="140783"]