Πάνω από 1.000 ξενικά είδη εκτιμάται ότι έχουν εισβάλει σήμερα στη Μεσόγειο, ενώ στην Ελλάδα έχουν καταγραφεί περισσότερα από 240, με την αγριόσαλπα, τον γερμανό, το λεοντόψαρο και τον σαρδελόγαυρο να εμφανίζουν ολοένα και πιο δυναμική εξάπλωση.
Τα τέσσερα αυτά ξενικά είδη αποτέλεσαν το βασικό αντικείμενο μελέτης του προγράμματος “4ΑLIEN” που ολοκληρώθηκε με επιτυχία υπό τον συντονισμό του Ελληνικού Κέντρου Θαλάσσιων Ερευνών (ΕΛ.ΚΕ.Θ.Ε), και σε συνεργασία με το Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης (ΑΠΘ) και το WWF Ελλάς.
Τα αποτελέσματα του τριετούς διάρκειας προγράμματος δείχνουν ότι τα συγκεκριμένα τέσσερα ξενικά είδη (αγριόσαλπα, γερμανός, λεοντόψαρο, σαρδελόγαυρος) είναι πλέον καλά εγκατεστημένα στις ελληνικές θάλασσες, κυρίως στα νότια της χώρας, όπου τα νερά είναι πιο θερμά. Έχουν ωστόσο τη δυναμική να εξαπλωθούν ακόμα περισσότερο και σε άλλες θαλάσσιες περιοχές της χώρας, κάτι που ευνοείται από τις συνεχώς μεταβαλλόμενες κλιματικές και περιβαλλοντικές συνθήκες. Η αύξηση της θερμοκρασίας των θαλασσών, η υπεραλίευση των αποθεμάτων αυτόχθονων ειδών που προκαλεί μείωση στου πληθυσμούς τους και η γενικότερη υποβάθμιση του θαλάσσιου περιβάλλοντος από άλλες ανθρωπογενείς δραστηριότητες, δημιουργούν πρόσφορο έδαφος για την εγκατάσταση και εξάπλωση των χωροκατακτητικών ξενικών ειδών.
Αξίζει να σημειωθεί ότι τα ξενικά είδη που έχουν μεταναστεύσει στις ελληνικές θάλασσες παρουσιάζουν οικολογικές απαιτήσεις και χαρακτηριστικά που τα καθιστούν ανταγωνιστικά ως προς τα αυτόχθονα είδη, ενώ έχουν μια ιδιαίτερη προτίμηση στα θερμότερα νερά, τη στιγμή μάλιστα που η κλιματική αλλαγή προκαλεί ολοένα και μεγαλύτερες μεταβολές στη θερμοκρασία των υδάτων. Ως αποτέλεσμα, αυτές οι συνθήκες ευνοούν τόσο την παρουσία, όσο και την εξάπλωση των ξενικών ειδών στις ελληνικές θάλασσες, εις βάρος, ωστόσο, των αυτόχθονων θαλάσσιων ειδών που πιέζονται ακόμα περισσότερο.
Οι επιπτώσεις που προκαλούν αυτά τα χωροκατακτητικά ξενικά είδη αφορούν τόσο το θαλάσσιο περιβάλλον, όσο και τους αλιείς: αφενός δρουν ανταγωνιστικά με τα αυτόχθονα μεσογειακά είδη (μείωση διαθέσιμης τροφής και χώρου, αύξηση πιέσεων, υποβάθμιση του περιβάλλοντος) και αφετέρου προκαλούν ζημιές αρκετά συχνά στα αλιευτικά εργαλεία των ψαράδων, την ίδια στιγμή που δεν παρουσιάζουν σημαντική εμπορική αξία, λόγω του ότι η πλειονότητα των καταναλωτών δεν τα γνωρίζει και ως αποτέλεσμα υπάρχει πολύ χαμηλή ζήτηση για αυτά. Πώς όμως, αυτό μπορεί να αλλάξει;
Υψηλής διατροφικής αξίας και πλούσια σε “καλά” λιπαρά οξέα
Κατά την υλοποίηση του προγράμματος “4Alien”, μελετήθηκε η διατροφική αξία των τεσσάρων ειδών, προκειμένου να εξεταστεί εάν “ανταγωνίζονται” με τα αυτόχθονα είδη σε θρεπτικότητα και μπορούν επάξια να ενταχθούν στη διατροφή των Ελλήνων καταναλωτών. Σύμφωνα με τα στοιχεία που αναλύθηκαν, η διατροφική αξία των τεσσάρων αυτών ειδών είναι εξαιρετική, με κάποιες μάλιστα πολύ ενδιαφέρουσες ιδιότητες: αποτελούν αποδεδειγμένα πλέον πλούσια πηγή πρωτεΐνης άριστης ποιότητας (20%) η οποία είναι εφάμιλλη του κρέατος, έχουν χαμηλή περιεκτικότητα σε λίπος και υψηλά ποσοστά Ωμέγα-3 λιπαρών, γνωστών για τις ευεργετικές τους ιδιότητες στην υγεία του καρδιαγγειακου συστήματος των ανθρώπων, δεν περιέχουν υδατάνθρακες, ενώ έχουν χαμηλή περιεκτικότητα σε λίπος και είναι ιδανικά για δίαιτες με χαμηλά λιπαρά.
Επιπλέον, τα τέσσερα συγκεκριμένα είδη είναι πολύ πλούσια στα δύο πολυτιμότερα Ωμέγα-3 πολυακόρεστα λιπαρά, και μάλιστα στην ιδανική αναλογία. Τέλος, θετική εντύπωση στους ερευνητές προκάλεσε το πόρισμα της έρευνας ειδικά για την αγριόσαλπα και τον γερμανό, καθώς αποδείχθηκαν πλούσια σε ένα ξεχωριστό Ωμέγα-6 λιπαρό οξύ, το Αραχιδονικό οξύ, που αποτελεί βασικό δομικό χαρακτηριστικό των νευρικών κυττάρων και απαραίτητο για την εγκεφαλική υγεία, καθώς και για την καλή κατάσταση του ανοσοποιητικού μας συστήματος.
Μπορούν όμως να αξιοποιηθούν εμπορικά και να φτάσουν στο πιάτο των καταναλωτών;
Μερικά από τα ξενικά είδη, έχουν ήδη ενταχθεί στο διαιτολόγιο αρκετών καταναλωτών τα τελευταία χρόνια με αποτέλεσμα την ενίσχυση του εισοδήματος των αλιέων, ενώ άλλα αποτελούν μια αλιευτική αλλά και γευστική πρόκληση. Ιδιαίτερη περίπτωση αποτελούν τα είδη της αγριόσαλπας και του γερμανού, καθώς ειδικά στην περιοχή των Δωδεκανήσων καταναλώνονται σε ευρεία κλίμακα, ενώ στις υπόλοιπες περιοχές της χώρας τα είδη αυτά παραμένουν σχετικά άγνωστα ή πρωτόγνωρα στο καταναλωτικό κοινό.
Στο πλαίσιο του προγράμματος, εκπονήθηκε έρευνα γνώμης, αλλά και δράσεις γευσιγνωσίας τον Νοέμβριο-Δεκέμβριο του 2022 καθώς και τον Φεβρουάριο του 2023, με στόχο την ανάλυση της πρόθεσης που έχουν οι Έλληνες καταναλωτές να εντάξουν τα τέσσερα αυτά ξενικά είδη στη διατροφή τους. Σύμφωνα με την έρευνα γνώμης στην οποία συμμετείχαν περίπου 85 άτομα, οι σύγχρονες τάσεις επιλογών του καταναλωτικού κοινού αποδεικνύουν τη δυναμική της εμπορικής αξιοποίησης των ειδών αυτών. Οι δυνητικοί καταναλωτές γνωρίζουν πλέον τον σαρδελόγαυρο (45% των ερωτηθέντων) και το λεοντόψαρο (49% των ερωτηθέντων), ενώ οι περισσότεροι καταναλώνουν ήδη ψάρια πρωτίστως για τη διατροφική αξία τους (86,9% των ερωτηθέντων) και εύκολα θα συμπεριελάμβαναν στη διατροφή τους προϊόντα με βάση τον σαρδελόγαυρο, τον γερμανό, αλλά και το λεοντόψαρο. Αυτό προέκυψε εκτός από τα ερωτηματολόγια και από τις δράσεις δοκιμών γευσιγνωσίας που πραγματοποιήθηκαν κατά τη διάρκεια του προγράμματος στο ευρύτερο κοινό, που είχε την ευκαιρία να δοκιμάσει σχετικές παρασκευές (π.χ. Pate σαρδελόγαυρου, καπνιστός σαρδελόγαυρος, jerky σαρδελόγαυρου, ceviche γερμανού, μελίπαστος γερμανός, καπνιστό λεοντόψαρο και κατεψυγμένο φιλέτο λεοντόψαρου, κ.ά.).
Αναφορικά με τις παρασκευές των ξενικών ειδών, προέκυψε ότι είναι γευστικές, και ότι μπορεί να διασφαλιστεί η διαθεσιμότητά τους στην αγορά βάσει της σχετικής ζήτησης. Ειδικότερα, εξετάζοντας τη βιωσιμότητα των νέων παρασκευών από επιχειρηματική σκοπιά, διαπιστώθηκε ότι είναι δυνατή η διάθεση των προτεινόμενων παρασκευών ξενικών ειδών στην αγορά σε προσιτές τιμές για τον καταναλωτή, ανοίγοντας ένα νέο κεφάλαιο στη μεταποίηση ψαρικών χάρη στη θετική εικόνα που εμφανίζουν ως προς τη γεύση, την προσιτή τιμή τους, τα θρεπτικά συστατικά τους που συμβάλλουν στη βελτίωση της υγείας, τη δυνατότητα ενσωμάτωσης τους σε gourmet διατροφή και την υπάρχουσα έλλειψη άμεσου ανταγωνισμού.
Όπως σημειώνει η Παρασκευή Κ. Καραχλέ, Βιολόγος-Ιχθυολόγος, Ερευνήτρια στο Ινστιτούτο Θαλάσσιων Βιολογικών Πόρων και Εσωτερικών Υδάτων του ΕΛΚΕΘΕ που συντονίζει το πρόγραμμα: “Τα ξενικά είδη έχουν έρθει στις θάλασσές μας, ας τα βάλουμε και στη διατροφή μας. Μέσα από το πρόγραμμα “4Alien” επιβεβαιώθηκε ότι τα είδη που μελετήθηκαν είναι νόστιμα και υγιεινά. Τρώγοντάς τα, βοηθάμε πολλαπλά: να αυξηθεί το εισόδημά των ψαράδων, να μειωθεί η αλιευτική πίεση στα αυτόχθονα ιχθυαποθέματα, να αντιμετωπιστεί αυτή η περιβαλλοντική απειλή”.