Ερώτηση για την ένταξη του Γενικού Νοσοκομείου Θήρας στο ΕΣΥ κατέθεσαν προς τον Υπουργό Υγείας Θάνο Πλεύρη ο βουλευτής Κυκλάδων του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ Νίκος Συρμαλένιος και ο Τομεάρχης Υγείας Ανδρέας Ξανθός, σε συνέχεια της επίσκεψής τους στο νοσοκομείο του νησιού την περασμένη εβδομάδα.
Ακολουθεί το κείμενο της ερώτησης:
“Σε πρόσφατη επίσκεψή μας στο Γενικό Νοσοκομείο Θήρας, συναντηθήκαμε διαδοχικά, με τον Διοικητικό Διευθυντή Λουκά Κατσούλη ο οποίος αναπληρώνει τον Διοικητή λόγω λήξης της θητείας του, το Σωματείο Εργαζομένων και τους εργαζόμενους, τον Σύλλογο Στήριξης του Κέντρου Υγείας-Νοσοκομείου, καθώς και τον Σύλλογο Νεφροπαθών.
Το κεντρικό συμπέρασμα που εξάγεται από τις συγκεκριμένες συναντήσεις, πέραν βεβαίως της διαφορετικής οπτικής μεταξύ διοίκησης και εργαζομένων, είναι ότι το νοσοκομείο βαθμιαία βρίσκεται σε τροχιά απαξίωσης, παρά τις φιλότιμες προσπάθειες του υπηρετούντος προσωπικού.
Ο αριθμός των υπηρετούντων ιατρών υπολείπεται σημαντικά από τον προβλεπόμενο στον Οργανισμό, κρίσιμες ειδικότητες όπως του παθολόγου, του αναισθησιολόγου, του καρδιολόγου, του παιδιάτρου, του νεφρολόγου, του νευρολόγου, του ουρολόγου, παραμένουν μονήρεις, ενώ οι ειδικότητες ψυχίατρου, ενδοκρινολόγου, διαιτολόγου, επισκεπτών υγείας δεν καλύφθηκαν ποτέ. Σε ό,τι δε αφορά το νοσηλευτικό αλλά και το διοικητικό προσωπικό, δεν επαρκεί για να καλύψει τις απαιτούμενες ανάγκες. Παρόλα αυτά πρόσφατα δεν ανανεώθηκαν οι επικουρικές συμβάσεις δύο διοικητικών γραμματέων. Το αποτέλεσμα είναι, κρίσιμοι τομείς και τμήματα στην καλύτερη περίπτωση να λειτουργούν πλημμελώς, με ό,τι αυτό συνεπάγεται για τη λειτουργία και την αξιοπιστία του νοσοκομείου. Ακόμα, το τελευταίο διάστημα παρατηρείται σημαντική έλλειψη υλικών, ακόμα και για την εκτέλεση των χειρουργείων.
Σοβαρό πρόβλημα επίσης για την εύρυθμη λειτουργία του νοσοκομείου παραμένει το καθεστώς εργασίας, λόγω των διαφορετικών ταχυτήτων, τόσο ως προς τη σχέση εργασίας του προσωπικού (μόνιμοι, επικουρικοί, ΑΠΥ), όσο και ως προς τις αμοιβές που προκύπτουν από τα διαφορετικά μισθολόγια αλλά και από την αναγνώριση ή μη της προϋπηρεσίας, αφού μέρος του προσωπικού προέρχεται από το πρώην Κέντρο Υγείας (καθεστώς ΕΣΥ) και το λοιπό από τις προσλήψεις της ΑΕΜΥ, ή αυτές ορισμένου χρόνου που γίνονται με Απόδειξη Παροχής Υπηρεσιών (μπλοκάκι).
Σε όλα τα παραπάνω, θα πρέπει βεβαίως να συνυπολογίσουμε τις μεγάλες δυσκολίες ανταπόκρισης του εξουθενωμένου προσωπικού και για την αντιμετώπιση της πανδημίας, που στη Σαντορίνη παρουσίασε σημαντική έξαρση, λόγω και της μεγάλης τουριστικής κίνησης. Αν δε προσθέσουμε και την πολύ μεγάλη δυσκολία εύρεσης αξιοπρεπούς και προσιτής κατοικίας για τους γιατρούς αλλά και για όλο το προσωπικό του νοσοκομείου, τότε καταλαβαίνουμε, γιατί υπάρχει αυτή η δυστοκία ανταπόκρισης στη θετική αποδοχή ανάληψης υπηρεσίας στο νοσοκομείο.
Η παραπάνω κατάσταση έχει οδηγήσει τους φορείς και τις τοπικές κοινωνίες της Σαντορίνης αλλά και των γύρω νησιών σε μεγάλη ανησυχία και αναστάτωση, διότι κατανοούν τη μεγάλη σημασία της συνέχισης λειτουργίας αλλά και της αναβάθμισης του νοσοκομείου, που καλύπτει όχι μόνο τους κατοίκους αλλά και τις εκατοντάδες χιλιάδες τουρίστες που επισκέπτονται τη Σαντορίνη”.
Οι δύο βουλευτές του ΣΥΡΙΖΑ ερωτούν τον αρμόδιο Υπουργό “εάν προτίθεται να αντιμετωπίσει θετικά το καθολικό πλέον αίτημα, τόσο των φορέων της Σαντορίνης, όσο και των εργαζομένων στο νοσοκομείο, για ένταξη του Γ.Ν.Θ. στο ΕΣΥ. Επίσης, εάν προτίθεται να αντιμετωπίσει άμεσα τα οξυμένα προβλήματα του νοσοκομείου, τόσο ως προς τη στελέχωσή του από ιατρικό και λοιπό προσωπικό, όσο και ως προς την προμήθεια περαιτέρω εξοπλισμού και των αναγκαίων υλικών. Τέλος, εάν προτίθεται, σε συνεργασία και με την Τοπική Αυτοδιοίκηση να διερευνήσει λύσεις αντιμετώπισης του στεγαστικού προβλήματος του προσωπικού, έτσι ώστε να δημιουργηθούν οι προϋποθέσεις προσέλκυσης και μακροχρόνιας παραμονής στη Σαντορίνη”.