Την ανησυχία και τον προβληματισμό των μελών του Ξενοδοχειακού Επιμελητηρίου Ελλάδος και των εκπροσώπων των τουριστικών επιχειρήσεων για τη διάταξη του νομοσχεδίου του Υπουργείου Πολιτισμού που επιβάλλει συγκεκριμένη ποσόστωση στη δημόσια εκτέλεση ελληνόφωνων τραγουδιών ή της ορχηστρικής μουσικής απόδοσής τους, στους κοινόχρηστους χώρους των ξενοδοχείων, μετέφερε ο Πρόεδρος του ΞΕΕ Αλέξανδρος Βασιλικός στην Υπουργό Τουρισμού Όλγα Κεφαλογιάννη. Κατά τη διάρκεια της σημερινής τους συνάντησης, αφού επεσήμανε τον ρόλο του Επιμελητηρίου ως νομοθετημένου συμβούλου της πολιτείας σε θέματα τουρισμού, ο κος Βασιλικός ζήτησε την παρέμβαση της κας Κεφαλογιάννη ώστε να αποσυρθεί η εν λόγω διάταξη.
Ο πρόεδρος του ΞΕΕ τόνισε ότι το Επιμελητήριο σέβεται και αποδέχεται διαχρονικά το πνευματικό και το συγγενικό δικαίωμα, ενώ υπενθύμισε την προσπάθεια για τη σύναψη μνημονίων συνεργασίας με 8 από τους 9 Οργανισμούς Συλλογικής Διαχείρισης Δικαιωμάτων, που είχε ως αποτέλεσμα τη δημιουργία ηλεκτρονικής πλατφόρμας, όπου ο κάθε ξενοδόχος γνωρίζει πλέον τι πρέπει να πληρώσει και σε ποιον φορέα. Ήδη, πρόσθεσε, συνεργάζονται με την πλατφόρμα πέντε φορείς Διαχείρισης Δικαιωμάτων ενώ είναι σε εξέλιξη διαπραγματεύσεις και με τους υπόλοιπους.
Η προτεινόμενη διάταξη του Υπουργείου, είπε ο κος Βασιλικός, όχι μόνο δεν επιλύει το ζήτημα αλλά αντίθετα αποτελεί οπισθοδρόμηση και δημιουργεί πρόσθετη επιβάρυνση στις ξενοδοχειακές επιχειρήσεις, αγνοώντας επιδεικτικά τη σημασία του ελληνικού τουρισμού και την προσφορά του στην οικονομία και την κοινωνία. Ο πρόεδρος του ΞΕΕ υπογράμμισε ότι οι προωθούμενες ρυθμίσεις αποτελούν ευθεία παρέμβαση του Κράτους στην επιχειρηματική ελευθερία με τη δημιουργία ανεπίτρεπτων στρεβλώσεων στην αγορά και την επιβολή ρυθμιστικών κανόνων που σε καμία περίπτωση δεν ταιριάζουν σε μια σύγχρονη φιλελεύθερη ευρωπαϊκή πολιτεία που σέβεται το δικαίωμα της ελεύθερης επιλογής και έκφρασης.
Από την πλευρά της, η κα Κεφαλογιάννη σημείωσε ότι η Κυβέρνηση έχει αποδείξει τη μεγάλη σημασία που δείχνει στην ανάπτυξη του ελληνικού τουρισμού και αναγνωρίζει την προσφορά του στην οικονομία και την κοινωνία. Στην κατεύθυνση αυτή, πρόσθεσε πρέπει να αφουγκραστούμε τους προβληματισμούς και τις προτάσεις των εκπροσώπων και των φορέων του κλάδου ώστε να υπάρξει μια ολιστική, δίκαιη και αναπτυξιακή αντιμετώπιση του ζητήματος. “Οι όποιες νομοθετικές παρεμβάσεις να είναι αποτέλεσμα διαλόγου και να διέπονται από μια σύγχρονη και πρωτοποριακή ευρωπαϊκή διακυβέρνηση που σέβεται τη φιλελεύθερη λειτουργία της αγοράς”, υπογράμμισε η υπουργός.