Του Ανδρέα Βλάχου*
Club med
Άραγε τι να σκέφτονταν μετά τον διωγμό τους από τη Θήρα ο Βάττος και οι οικιστές; Ο θεός τους έστελνε να προσπαθήσουν το αδύνατο, ενώ οι συμπατριώτες τους μόλις τους είχαν απορρίψει. Εύκολο θα ήταν οι δύο πεντηκόντοροι να μην ξαναγυρίσουν στην Πλατέα και να αναζητήσουν καλύτερη τύχη αλλού. Θα μπορούσαν να ρίξουν μαύρη πέτρα πίσω τους και να γίνουν τυχοδιώκτες ή πειρατές, αφού είχαν τα μέσα. Ωστόσο, αν και δεν γνωρίζουμε πώς, ο Βάττος κατάφερε να κρατήσει την πειθαρχία και την πίστη στον αρχικό σκοπό. Οι άποικοι επέστρεψαν στο μικρό τους νησί και προσπάθησαν να οργανώσουν τη ζωή τους. Προσπάθησαν σκληρά για δύο έτη. Αλλά η Πλατέα είναι από το είδος των νησιών που μόνο στα δικά μας χρόνια έχουν πάρει αξία ως καταφύγια πλουσίων και πολυτελή θέρετρα ιδιωτικής χρήσης. Τότε ήταν απλά ένας άγονος βράχος.
Ξέρουμε πια τι έκαναν οι άνθρωποι της εποχής όταν βρίσκονταν σε αδιέξοδο, το έχουμε ήδη συναντήσει πολλές φορές στην ιστορία μας.
Δελφοί. Ξανά.
“Πάλι εδώ εσείς;” Προφανώς και ο Απόλλων δια της εκπροσώπου τύπου του είχε αρχίσει να το βαριέται όλο αυτό. “Ήρθατε που ήρθατε, με άδεια χέρια ήρθατε; Ούτε ένα λιβυκό πρόβατο;”
“Δεν υπάρχει μία. Αν θέλει κάτι ο θεός, έχω λίγη άμμο στις τσέπες. Εκεί που μας έστειλε μόνο αυτό υπάρχει” είπε ο Βάττος.
– Α, εκτός από αυθάδης είσαι και μεγάλο ξεφτέρι εσύ. Τη βρήκατε τη Λιβύη ή ακόμα;
– Η Θήρα μας έστειλε στην Πλατέα και μας είπε να γίνει εκεί η αποικία.
– Λοιπόν, επειδή σπαταλάτε το χρόνο μας τζάμπα και έχουμε να βγάλουμε και μεροκάματο, παρατήστε το νησί. Κοτζάμ Λιβύη απέναντι δεν την είδατε;
– Ναι, μα…
– Εκεί θα πάτε χωρίς μα και μου. Άντε στο καλό, τώρα. Και την επόμενη φορά που θα έρθετε εδώ, θα ξηλωθείτε. Με δυο τρεις σαν κι εσάς, πάει, το κλείσαμε το μαγαζί.
Αφού ο θεός πρόσταξε, οι άποικοι υπάκουσαν. Τα μάζεψαν και πήγαν απέναντι.
Άζιρις
Η εγκατάσταση στην ενδοχώρα έπρεπε να γίνει με μεγάλη προσοχή. Οι Θηραίοι υποθέτουμε ότι διαπραγματεύτηκαν γι’ αυτό με τους γηγενείς . Έτσι κι αλλιώς, μερικές δεκάδες άνδρες σε άγνωστη γη δεν μπορούσαν να το παίξουν αποικιοκράτες. Και ταλαιπωρημένοι όπως ήταν, μάλλον τους είδαν οι Λίβυες και τους λυπήθηκαν. Όχι σαν κάτι “πολιτισμένους” της σημερινής εποχής που βλέπουν κατατρεγμένους και ξεσπούν πάνω τους όλο το σκοτάδι της ψυχής τους.
– Τι είστε εσείς;
– Θηραίοι μετανάστες. Ξέρετε. Καλντέρα, ηλιοβασίλεμα, ηφαίστειο, παγκόσμιος προορισμός…
– Όχι ακόμα, μάλλον. Αν ήταν όμως τόσο καλά γιατί φύγατε από εκεί;
– Μεγάλη ιστορία. Είμαστε εξαιρετικά ήσυχοι και πολιτισμένοι, ωστόσο. Λίγο φαγάκι να μας δώσετε και μια γωνίτσα να εγκατασταθούμε και ούτε θα καταλάβετε ότι είμαστε εδώ.
– Ποιός είναι ο αρχηγός σας;
– Εγώ είμαι. Αριστοτέλης Βάττος.
– Μεγαλειότατε, τα σέβη μας.
Ο Βάττος γύρισε στους δικούς του.
– Παιδιά, αυτοί εδώ με δουλεύουν ή μου φαίνεται;
Δεν τον δούλευαν. Από μία απίθανη σύμπτωση στη γλώσσα των Λιβύων “Βάττος” σήμαινε “βασιλιάς”. Οι Λίβυες μάλλον εντυπωσιάστηκαν που γνώρισαν Έλληνα βασιλιά ή τους άρεσε η γλωσσική σύμπτωση. Όπως και να ήταν, άφησαν τους αποίκους να χτίσουν οικισμό σε κανονικό έδαφος, σε μια περιοχή με δασωμένα φαράγγια που τότε τα διέσχιζε ποταμός, λίγο πριν εκβάλει στη θάλασσα. Ίσως πρόκειται για την άνυδρη πια περιοχή του σημερινού Αλ Ταμίμι. Την πόλη την ονόμασαν Άζιρη. Και στον Βάττο πάντως άρεσε η σύμπτωση ή απλά πήρε την εκδίκησή του για το ελληνικό παρατσούκλι του εξευγενίζοντάς το. Στο μέλλον οι μισοί βασιλιάδες της Κυρήνης θα ονομάζονταν Βάττοι. Όλη η δυναστεία, δε, Βαττιάδες.
Όπως πιστεύουν οι μελετητές, ο Βάττος έδειξε αρετές που ήταν εξαιρετικά σημαντικές για την εδραίωση της αποικίας. Ήταν προσεκτικός και κράτησε τις ισορροπίες τόσο ανάμεσα στους δικούς του ανθρώπους όσο και με τους Λίβυες. Άσε που βρήκε και τη φωνή του.
Μάλιστα! Τη βρήκε. Ο Παυσανίας λέει ότι αυτό συνέβη όταν αντίκρυσε ένα λιοντάρι.
– Βαγγελίστρα μου! Τι είναι τούτο;
– Λέων.
– Εγώ μόνο στα ζώδια τον έχω δει. Τα ήπατα μου έκοψε ο άτιμος, παναθεμάτονα!
– Βασιλιά, για πείτε άσπρη πέτρα ξέξασπρη για να δω κάτι…
Αυτή η εξέλιξη έφερε μεγάλη χαρά στους αποίκους και το θεώρησαν θεϊκό σημάδι. Όταν τα αδύνατα γίνονται δυνατά, γιατί να μην τα καταφέρουν κι αυτοί να στεριώσουν στην ξένη γη;
Ωστόσο, η χαρά τους δεν κράτησε πολύ. Μια μέρα, έξι χρόνια μετά την ίδρυση της Άζιρης, οι Λίβυες τους ανακοίνωσαν ότι θα έπρεπε να την κάνουν σιγά σιγά. Είμαστε πια στο 631 π.Χ.
Επόμενη στάση, Κυρήνη
“Α, παιδιά, τώρα δεν είστε εντάξει”, είπε ο Βάττος.
“Μην κάνετε έτσι, βρε κουτά. Θα σας πάμε κάπου καλύτερα” αποκρίθηκαν οι Λίβυες. “Εδώ κοντά στη θάλασσα θα σας φάει η υγρασία”.
“Νερό, έχει; Ή θα μας στείλετε σε τίποτα ερήμους;” ρώτησε ο Βάττος. “Εκεί έχει μόνο πετρέλαια και αυτά δεν πίνονται”.
Δίκιο είχε ο ήρωάς μας. Τότε αυτό που είχε αξία ήταν το νεράκι. Και η Λιβύη μέχρι πριν λίγα χρόνια ήταν μια χώρα με λιγοστό νερό και μπόλικες πετρελαιοπηγές. Τώρα είναι μπόλικες πετρελαιοπηγές χωρίς χώρα γύρω τους. Εμ, τι να γίνει; Συμβαίνουν αυτά όταν “απελευθερώνεσαι” από καταπιεστικά καθεστώτα. Στο τέλος, τα μόνα που απελευθερώνονται είναι τα κοιτάσματα.
“Εκεί που θα πάμε έχει τρύπα ο ουρανός” συνέχισαν οι ντόπιοι.
– Και τι θέλετε; Να την μπαλώσουμε;
– Και μετά λένε ότι κάτι σκαμπάζετε οι Έλληνες από ποίηση. Στο βουνό θα πάμε, βρε. Και βρέχει τόσο που μοιάζει να είναι τρύπιος ο ουρανός.
Τελικά, ξεκίνησαν προς τα δυτικά. Αλλά οι ντόπιοι οδηγοί τους επέμεναν να κάνουν την πεζοπορία μέσα στην νύχτα. Για προστασία από τη ζέστη, τους είπαν. Δεν έκανε όμως τόση ζέστη. Ο Ηρόδοτος υποθέτει ότι οι Λίβυες δεν ήθελαν να προσέξουν οι άποικοι ότι διέσχιζαν την όμορφη Ίρασα και ζητήσουν να μείνουν εκεί.
– Είναι μακριά ακόμα ρε παιδιά;
– Να, λίγο πιο κάτω.
– Το ίδιο είπατε πριν δυό βδομάδες.
– Ωχου, γκρίνια. Να, μετά από εκείνο το βουνό, βλέπετε;
– Πλάκα μας κάνετε; Τη μύτη μας δε βλέπουμε.
Με τα πολλά, κάποια νύχτα έφτασαν. 160 χιλιόμετρα υπολογίζουμε ότι διέσχισαν. Αλλά ο τελικός προορισμός άξιζε τον κόπο του ταξιδιού. Η περιοχή είχε μία πηγή που λεγόταν ότι ήταν αφιερωμένη στον Απόλλωνα. Η πηγή λεγόταν Κύρη και από αυτήν ο Βάττος ονόμασε την αποικία Κυρήνη (σήμερα Σαχάτ). Ο τόπος ήταν ευλογημένος. Πρόκειται για μια κοιλάδα που βρίσκεται σε υψόμετρο 500 μέτρων, στα υψίπεδα της σημερινής Τζαμπάλ αλ Ακντάρ. Οι αρχαίες πηγές υποστηρίζουν ότι λόγω άφθονων νερών, επικλινών εδαφών και ποικιλίας κλίματος η περιοχή μέχρι την ακτή από κάτω έβγαζε τρεις σοδειές τον χρόνο, ανάλογα με το υψόμετρο.
Ο Βάττος βασίλεψε για άλλα 30 χρόνια, μέχρι το φυσικό του τέλος το 600 π.Χ. Δυστυχώς για εμάς, στρώθηκε απλά στη δουλειά χωρίς να προνοήσει για την εξωτερική του εικόνα ή την υστεροφημία του. Όχι δηλαδή σαν σήμερα που συμβαίνει το αντίθετο στην πολιτική. Σχεδίασε τη βασική δομή της πόλης και ταυτόχρονα κατάφερε να κρατήσει τους συμπατριώτες του ασφαλείς σε μία γη χωρίς φυσικούς συμμάχους. Ωστόσο ξέρουμε ελάχιστα για τη βασιλεία του. Παρέδωσε τη σκυτάλη στον γιο του, Αρκεσίλαο Α’, ο οποίος βασίλεψε ως τον θάνατό του, το 583 π.Χ. Σε αυτά τα χρόνια η αποικία αν και εδραιώθηκε, παρέμεινε μικρή σε πληθυσμό. Μόνο στη διάρκεια της βασιλείας του εγγονού του (Βάττος Β’ ο Ευδαίμων) η Κυρήνη γιγαντώθηκε. Ήταν ένας συνδυασμός πρόσκλησης στους υπόλοιπους Έλληνες από την πλευρά των Κυρηναίων και δελφικού χρησμού. Όπως και να έχει, οι Έλληνες συνέρευσαν μαζικά στην περιοχή και ίδρυσαν άλλες τέσσερις πόλεις: την Απολλωνία – λιμάνι της Κυρήνης – (σήμερα Σούσα), τη Βάρκη (Αλ Μαρτζ), τις Ευεσπερίδες (σήμερα Βεγγάζη) και την Ταύχειρα (Τόκρα) εκτοπίζοντας τους ντόπιους. Οι πέντε τους αποτελούσαν την περίφημη ελληνική Πεντάπολη. Στα δυτικά της λιβυκής ακτής κυριαρχούσαν οι Καρχηδόνιοι με τις δικές τους πόλεις Οία, Νεάπολη και Σαμπράθα που έγιναν γνωστές ως Τρίπολις.
Κι ενώ η μητρόπολη Θήρα γλιστρούσε στις υποσημειώσεις της Ιστορίας, η Πεντάπολις έγινε ένα από τα σημαντικότερα κέντρα του ελληνικού κόσμου. Οι Βαττιάδες ήταν συνολικά οκτώ και ο τελευταίος βασίλεψε ως το 450 π.Χ. Η δυναστεία τους ήταν ταραχώδης και χαρακτηρίστηκε από πολέμους, εμφύλια διαμάχη, πολιτικά πειράματα. Ωστόσο, οι πόλεις άκμασαν για αιώνες. Στην Κυρήνη ιδρύθηκε σπουδαία φιλοσοφική σχολή από τον Αρίστιππο. Ο πιο γνωστός Κυρηναίος ήταν ο ιδιοφυής Ερατοσθένης, μετέπειτα διευθυντής της βιβλιοθήκης της Αλεξάνδρειας και ο πρώτος άνθρωπος που υπολόγισε την περιφέρεια της Γης. Σε ό,τι αφορά τον Χριστιανισμό, εκτός από τον Κυρηναίο Σίμωνα που κουβάλησε για λίγο τον σταυρό του Ιησού, η πόλη ήταν η έδρα επισκόπων – μάλιστα φέρει αυτόν τον τίτλο έως σήμερα.
Η περιοχή της Κυρηναϊκής, επίσης, έγινε διάσημη και πλούσια για ένα ενδημικό της φυτό με πολλαπλές ιδιότητες, το σίλφιο, το οποίο “αξιοποιήθηκε” εμπορικά μέχρι εξαφανίσεως. Αλλά αυτό είναι μια πολύ μεγάλη και ενδιαφέρουσα ιστορία που ίσως δούμε κάποια άλλη στιγμή.
Η σημασία της Κυρήνης αναγνωρίστηκε από την UNESCO ήδη από το 1982 όταν ανακηρύχθηκε μνημείο παγκόσμιας πολιτιστικής κληρονομιάς.
Επίλογος
Ο Βάττος θάφτηκε κοντά στην αγορά της Κυρήνης, στην οδό που οδηγεί, όχι συμπτωματικά, στον ναό του Απόλλωνα. Αυτός, ένας άνθρωπος της ανάγκης, λατρεύτηκε τελικά σαν ήρωας από τους Κυρηναίους. Εκεί που ξεκίνησαν όλα, στους Δελφούς, οι Κυρηναίοι αφιέρωσαν μια γλυπτή υπερβολή, ένα μαρμάρινο σύμπλεγμα που έφτιαξε ο Κνώσσιος Αμφίων και έχει πια χαθεί: πάνω σε ένα άρμα που οδηγεί μαζί με τη νύμφη Κυρήνη, ο Βάττος στέφεται βασιλιάς από μια γυναικεία μορφή που ενσαρκώνει τη Λιβύη.
Όχι κι άσχημα για έναν τραυλό εξόριστο από την Σαντορίνη.
Διαβάστε τα προηγούμενα
α’ μέρος
β’ μέρος
γ’ μέρος
δ’ μέρος
* Ο Ανδρέας Βλάχος ζει με την οικογένειά του και εργάζεται ως Ουρολόγος στη Σαντορίνη. Επικοινωνεί γράφοντας για αυτά που γνωρίζει, για αυτά που αγαπά και για αυτά που ζητούν την προσοχή μας.
[adning id="140783"]